skip to Main Content

Πέμπτη, 1η Μαΐου 2025

1. Προφήτου Ιερεμίου. Ιερομάρτυρος Βατά πρεσβυτέρου, του Πέρσου. Μαρτύρων Σάβα και Φιλοσόφου. Οσιομαρτύρων Ακακίου (1) του εκ Νιβόρης Θεσσαλονίκης (†1813), Ευθυμίου του εκ Δημητσάνας (†1814) και Ιγνατίου του εκ παλαιάς Ζαγοράς (†1814), Παναρέτου επισκόπου Πάφου, του θαυματουργού (†1791). Οσίων Ισιδώρας, Μιχαήλ, Νικηφόρου του Χίου (1) (†1821), Σάββα επισκόπου Δαφνουσίας και Παφνουτίου του Ρώσου.
(1)Ο όσιος Ακάκιος, καταγόταν από το Νεοχώριο της Θεσσαλονίκης και το κοσμικό του όνομα ήταν Αθανάσιος. Σε μικρή ηλικία εξισλαμίσθηκε με τη βία στην Κωνσταντινούπολη. Αργότερα όμως, μετανόησε για την πράξη του αυτή, εξομολογήθηκε και μετέβη στο Άγιο Όρος, όπου εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Ακάκιος. Μετά από αρκετά χρόνια επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη με ενδόμυχο πόθο να μαρτυρήσει για την πίστη του και για το λόγο αυτό ποδοπάτησε το τούρκικο φέσι του, μπροστά στον ιεροδικαστή αποκήρυξε το Ισλάμ και με παρρησία και σθένος ομολόγησε τη Χριστιανική του πίστη. Υπέστη φρικτά βασανιστήρια και τελικά αποκεφαλίστηκε στην Κωνσταντινούπολη την 1η Μαΐου 1815,κερδίζοντας την αιώνια αναγνώριση της Εκκλησίας και τον αμαράντινο της δόξης στέφανο.
(2)Ο όσιος Νικηφόρος, γεννήθηκε στο Καρδάμυλα της Χίου το 1750 από ευσεβείς γονείς και το αρχικό του όνομα ήταν Γεώργιος. Σε νεαρή ηλικία οι γονείς του τον αφιέρωσαν στην Εκκλησία για να τον σώσουν από την αρρώστια του λοιμού. Εν συνεχεία εισήλθε στη Νέα Μονή, εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Νικηφόρος. Διακρίθηκε για τούς μοναχικούς τους αγώνες, αλλά και για την ευφυΐα και τη φιλομάθειά του. Για το λόγο αυτό, οι Πατέρες της Μονής τον έστειλαν στη Χώρα για να συνεχίσει τις σπουδές του, υπό την επίβλεψη του περίφημου διδασκάλου Νεοφύτου του Καυσοκαλυβίτου. Με την ολοκλήρωση των σπουδών του, δίδαξε ως δάσκαλος στη σχολή αυτή έως το 1802 επί σχολαρχίας Αθανασίου του Πάριου. Ανέλαβε την Ηγουμενία και συνέγραψε την ιστορία της. Λόγω της ακαταστασίας στην Ι. Μονή και των ποικίλλων αντιδράσεων των πατέρων, απομακρύνθηκε από αυτή και κατέφυγε στο Μεστά, στο μονύδριο του Αγ. Γεωργίου, όπου μόναζε και ο Ιωσήφ από τα Άγραφα. Εκοιμήθη ειρηνικά το 1821.
Ο Άγιος Πανάρετος γεννήθηκε στις αρχές 18ου μ.Χ. αιώνα πιθανότατα στην Περιστερωνοπηγή Αµµοχώστου, όπου και εµόνασε στην εκεί Μονή του Αγίου Αναστασίου. Το 1764 μ.Χ. γνωρίζουμε ότι ήταν ηγούμενος στη Μονή Παναγίας Παλλουριωτίσσης. Ανέβηκε στο θρόνο της Πάφου το 1767 μ.Χ. και διετέλεσε ποιμενάρχης της μέχρι το 1790 μ.Χ. που κοιμήθηκε εν Κυρίω.
Έζησε στα δύσκολα εκείνα χρόνια που «όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Χωρίς την ύπαρξη σχολείων και δωρεάν μόρφωσης τότε, μπόρεσε κι έγινε κάτοχος ευρείας μόρφωσης, µε τις δικές του προσωπικές προσπάθειες και τη φοίτησή του σε σχολές που διατηρούσαν τα μοναστήρια. Είχε ευρείς ορίζοντες, κάτι που το συνδύαζε µε σκληρή ασκητική ζωή την οποία έκρυβε επιμελώς. Ζούσε λιτοδίαιτα και χωρίς πολυτέλεια, όπως ο πιο φτωχός Κύπριος της εποχής του. Αγρυπνούσε πολλές ώρες προσευχόμενος. Εξομολογείτο µε ταπείνωση και λειτουργούσε µε ιεροπρέπεια. Ξέροντας πολύ καλά ότι η μεγαλύτερη νίκη του ανθρώπου είναι να νικήσει τον ίδιο τον εαυτό του, δηλαδή τα πάθη και τις αδυναμίες του, αλλά και για να θυμάται ότι ο λαός που του εμπιστεύθηκε ο Θεός ήταν βαριά αλυσοδεμένος στην τούρκικη σκλαβιά, έφερε στο σώμα του μια οριχάλκινη και μια σιδερένια αλυσίδα. Αγιάζοντας τον εαυτό του µε τη Χάρη του Θεού έδωκε τη μεγαλύτερη βοήθεια στο ποίμνιο του.
Ως Μητροπολίτης τόσο αγάπησε το λαό του που ασχολήθηκε µε τα προβλήματα όλων µε ξεχωριστή αγάπη. Πνευματικά και υλικά αγαθά τα χρησιμοποιούσε ορθόδοξα, µε ισορροπία, προς δόξα Θεού. Οδηγούσε το λαό στη θέωση, λειτουργούσε, ποίμαινε, δίδασκε,εργαζόταν, δημιουργούσε. Ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για τα θεολογικά και εκκλησιαστικά ζητήματα, αλλά ακριβώς επειδή ζούσε αυθεντικά την ορθοδοξία και έβλεπε τη ζωή ως ενιαία, επέδειξε θαυμαστό ενδιαφέρον και για τα εθνικά θέματα, την παιδεία του υπόδουλου Παφιακού λαού και ολόκληρου του γένους, τα γράµµατα, τις τέχνες και τον πολιτισμό.
Ευλαβείτο ιδιαίτερα τον Άγιο Φίλιππο (βλέπε 14 Νοεμβρίου) και κατασκεύασε ασημένια θήκη για την κάρα του Αγίου που ευρίσκεται σήμερα στο Όµοδος. Δι’ εξόδων του κατασκευάσθηκε εικόνα του Αποστόλου Φιλίππου, που σώζεται στο μοναστήρι Τιµίου Σταυρού Οµόδους και απεικονίζει και τον ίδιο να προσφέρει στον Απόστολο το ιερό κρανίο μέσα στη θήκη (1773 μ.Χ.). Ανέλαβε τις δαπάνες ανέγερσης του ναού του μοναστηριού του Αγίου Αναστασίου στην Περιστερωνοπηγή και την αγιογράφηση εικόνων του εικονοστασίου του. Ανακαίνισε τους ναούς Νικόκλειας, Δρούσιας, Δρύµους, Αρόδων, Θελέτρας, Φιλούσας Κελοκεδάρων και πολλών χωριών. Ανακαίνισε επίσης τα μοναστήρια της Χρυσορροϊάτισσας (1770 μ.Χ.), του Σταυρού Οµόδους και του Σταυρού Μίνθης. Διασώζονται ακόμα σε όλη την επαρχία πολλές αξιόλογες εικόνες φιλοτεχνημένες στην εποχή του.
Ο Πάφου Πανάρετος ανέλαβε εξ ολοκλήρου τα έξοδα της έκδοσης του έργου του Αθηναίου φιλοσόφου Θεοφίλου Κορυδαλέως «Περί γενέσεως και φθοράς κατ’ Αριστοτέλην» (1780 μ.Χ.). Βοήθησε επίσης οικονομικά στην έκδοση του βιβλίου του Αρχιμανδρίτη Κυπριανού «Χρονολογική Ιστορία της Κύπρου» (1788 μ.Χ.). Ήταν φίλος µε τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Φιλόθεο, ο οποίος ήταν πολύ µορφωµένος. Συµµετείχε στο γράψιμο και έκδοση συνοδικών εγκυκλίων επί Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου. Με ενέργειές του το 1774 μ.Χ. καταγγέλθηκαν τοπικοί άρχοντες στο Σουλτάνο για κακοδιοίκηση και το 1783 – 84 μ.Χ. αναχώρησε μαζί µε τους άλλους Μητροπολίτες για την Κωνσταντινούπολη, όπου πέτυχαν να παυθεί από το Σουλτάνο ο τύραννος Χατζηµπακκής.
Θαυματουργούσε ενώ βρισκόταν ακόμα στη ζωή. Το συναξάρι του αναφέρει ότι επετίµησε ένα ιερέα, ο οποίος έλεγε ψέματα και ορκιζόταν ότι δεν καταχράστηκε χρήματα, να σιωπήσει και εκείνος έμεινε βωβός. Άρρωστος, λίγο πριν το θάνατό του, ο ιερέας έστειλε επιστολή και ο επίσκοπός του πήγε προς αυτόν. Αφού μετανόησε και ζήτησε συγγνώμη, λύθηκε η γλώσσα του.
Ο Άγιος Δεσπότης εξεδήµησε προς Κύριον το 1790 μ.Χ. Τόση ήταν η αρετή του αγίου, που προείδε το θάνατό του, και έσκαψε ο ίδιος το µνήµα του, στο χώρο που σήμερα βρίσκεται το ιερό του καθεδρικού ναού Αγίου Θεοδώρου στην Πάφο. Προείδε ακόμα ότι κατέφθασε στο λιμάνι της Πάφου ο πρώην επίσκοπος Καρπάθου Παρθένιος, έστειλε τον έφεραν και τον φιλοξένησε. Ο Παρθένιος τον κήδεψε κιόλας την εποµένη. Έγινε μάλιστα μάρτυρας θεραπείας φτωχού παράλυτου, ο οποίος είχε προστάτη τον επίσκοπό του, την ώρα που έβγαζαν το λείψανο από τη Μητρόπολη.
Ο άγιος είχε δώσει εντολή να τον ενταφιάσουν µε τα ρούχα που φορούσε. Ο πρωτοσύγκελός του όμως, από αγάπη για τον πνευματικό του πατέρα, τον παράκουσε για πρώτη φορά και τότε βρέθηκαν οι αλυσίδες που σε κάποιο σημείο είχαν εισχωρήσει στη σάρκα του. Ο λαός του Θεού αναγνώρισε την αγιότητά του αμέσως μετά το θάνατό του, και η επίσημη κατάταξή του στο αγιολόγιο της Εκκλησίας της Κύπρου έγινε επί των ημερών του Κυπρίου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερασίμου Γ’ (1794 – 1797 μ.Χ.).
Οι αλυσίδες του βρίσκονται σήμερα στην Ιερά Μονή Σταυροβουνίου. Παλιά τοιχογραφία του αγίου βρίσκεται στο νησί Σαλαμίνα της Ελλάδας, ενώ αργότερα κατασκευάστηκαν εικόνες του σ’ όλη την Κύπρο.
Η Πάφος τιμά ιδιαίτερα τον Άγιο Πανάρετο και μάλιστα προς τιμή του ο Μητροπολίτης Πάφου Χρυσόστομος ο Β’ ανήγειρε ναό στο χωριό Κολώνη (1989 μ.Χ.).

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Α’ Θεσσ. 2:14-20)

Ἀδελφοί, ὑμεῖς μιμηταὶ ἐγενήθητε τῶν ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ τῶν οὐσῶν ἐν τῇ ᾿Ιουδαίᾳ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὅτι τὰ αὐτὰ ἐπάθετε καὶ ὑμεῖς ὑπὸ τῶν ἰδίων συμφυλετῶν καθὼς καὶ αὐτοὶ ὑπὸ τῶν ᾿Ιουδαίων, τῶν καὶ τὸν Κύριον ἀποκτεινάντων ᾿Ιησοῦν καὶ τοὺς ἰδίους προφήτας, καὶ ἡμᾶς ἐκδιωξάντων, καὶ Θεῷ μὴ ἀρεσκόντων, καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ἐναντίων, κωλυόντων ἡμᾶς τοῖς ἔθνεσι λαλῆσαι ἵνα σωθῶσιν, εἰς τὸ ἀναπληρῶσαι αὐτῶν τὰς ἁμαρτίας πάντοτε. Ἔφθασε δὲ ἐπ᾿ αὐτοὺς ἡ ὀργὴ εἰς τέλος. ῾Ημεῖς, δέ, ἀδελφοί, ἀπορφανισθέντες ἀφ᾿ ὑμῶν πρὸς καιρὸν ὥρας, προσώπῳ οὐ καρδίᾳ, περισσοτέρως ἐσπουδάσαμεν τὸ πρόσωπον ὑμῶν ἰδεῖν ἐν πολλῇ ἐπιθυμίᾳ. Διὸ ἠθελήσαμεν ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, ἐγὼ μὲν Παῦλος καὶ ἅπαξ καὶ δίς. καὶ ἐνέκοψεν ἡμᾶς ὁ σατανᾶς. Τίς γὰρ ἡμῶν ἐλπὶς ἢ χαρὰ ἢ στέφανος καυχήσεως ἢ οὐχὶ καὶ ὑμεῖς ἔμπροσθεν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ αὐτοῦ παρουσίᾳ; Ὑμεῖς γάρ ἐστε ἡ δόξα ἡμῶν καὶ χαρά.

 

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, μιμη­θήκατε εκείνες τις εκκλησίες του Θεού που βρίσκονται στην Ιουδαία και πιστεύουν στον Ιησού Χριστό. Γιατί κι εσείς πάθατε τα ίδια από τους συμπατριώτες σας, όπως κι εκείνοι από τους Ιουδαίους, αυτούς που σκότωσαν και τον Κύριό μας τον Ιησού και τους προφήτες τους, κα­ταδίωξαν κι εμάς, δεν αρέσουν στο Θεό και εχθρεύονται όλους τους ανθρώπους. Αυτοί μας εμποδίζουν να κηρύξουμε στους εθνικούς για να σωθούν κι έτσι ολοένα ξεχειλίζει το ποτήρι των αμαρτιών τους, φτάνει όμως πάνω τους τελειωτικά η οργή του Θεού. Εμείς, όμως αδελφοί, όταν σας αποστερηθήκαμε προσωρινά, με το σώμα βέβαια και όχι με την καρδιά, πολλές φορές προσπαθήσαμε με πολλή λαχτάρα να σας ξαναδούμε. Το θέλαμε πολύ να σας επι­σκεφτούμε, εγώ ο Παύλος μάλιστα επανειλημμένα, μας εμπόδισε όμως ο σατανάς. Ποια θα είναι αλήθεια η ελπίδα μας, η χαρά, το στεφάνι και το καύχημά μας μπροστά στον Κύριό μας Ιησού Χριστό, όταν θα ξανάρθει, αν όχι και εσείς; Ναι, εσείς είστε η δόξα κι η χαρά μας.

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Λκ. 4:22-30)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐθαύμαζον οἱ ὄχλοι ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσὴφ ; καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναοὺμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου. εἶπε δέ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ. ἐπ’ ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις Ἠλίου ἐν τῷ Ἰσραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν. καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ Ἰσραὴλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος. καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα, καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ’ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν· αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο.

Νεοελληνική Απόδοση 

Εκείνο τον καιρό, όλοι θαύμαζαν για τα γεμάτα χάρη λό­για που έβγαιναν από το στόμα του, και ρωτούσαν: «Αυτός δεν είναι ο γιος του Ιωσήφ:» Εκείνος τους απάντησε: «Ασφαλώς θα μου πείτε την παροιμία που λεει, «γιατρέ γιάτρεψε τον εαυτό σου. Όσα ακούσα­με ότι έγιναν στην Καπερναούμ κάνε τα κι εδώ στην πατρίδα σου». Και πρόσθεσε: «Σας βεβαιώνω πως κανένας προφήτης δεν είναι δεκτός στην πατρίδα του. Κι αλήθεια, υπήρχαν πολλές χήρες στην εποχή του προφήτη Ηλία στον Ισραήλ, όταν ο ουρανός δεν έβρεξε για τρία χρόνια και έξι μήνες και είχε πέσει μεγάλη πείνα σε όλη τη γη. Ο Θεός όμως δεν έστειλε τον Ηλία σε καμιά απ’ αυτές, παρά μόνο σε μια χήρα στα Σάρεπτα της Σιδωνίας. Επίσης την εποχή του προ­φήτη Ελισαίου υπήρχαν πολλοί λεπροί ανάμεσα στους Ισραηλίτες, κανένας όμως απ’ αυτούς δεν καθαρίστηκε, εκτός από το Νεεμάν το Σύρο». Όλοι μέσα στη συναγωγή ακούγοντάς τα αυτά εξοργίστη­καν και σηκώθηκαν και τον έβγαλαν έξω από την πόλη. Τον έφε­ραν ως την άκρη του βουνού, πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη η πόλη τους, για να τον ρίξουν στον γκρεμό. Αυτός όμως πέρασε απ’ ανάμεσά τους και έφυγε.

Back To Top