skip to Main Content

Σάββατο του Ακαθίστου, 20η Απριλίου 2024

Αποστόλου (Ο΄) Ζακχαίου, του αρχιτελώνου της Ιεριχώ. Ιερομάρτυρος Αναστασίου, επισκόπου Αντιοχείας. Μαρτύρων Ακινδύνου, Αντωνίνου, Βίκτωρος, Ζήνωνος, Ζωτικού, Θεωνά, Καισαρίου, Σεβηριανού και Χριστοφόρου. Οσίων Αθανασίου (1) κτίτορος της Μονής των Μετεώρων (†1310) και Ιωάσαφ. Θεοδώρου του «Τρίχινα», Ιωάννου του Παλαιολαυρίτου.

(1) Ο όσιος Αθανάσιος γεννήθηκε στη Πάτρα της Πελοποννήσου το 1305, από γονείς πλουσίους και επιφανείς. Όμως σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα και παραδόθηκε στην επιμέλεια του θείου του. Μετά την κατάληψη της πατρίδος του μετέβη στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στο Άγιο Όρος, όπου γνώρισε και συνδέθηκε με τους περιώνυμους τότε ασκητές Γρηγόριο το Σιναΐτη τον ησυχαστή, Ισίδωρο το Θεσσαλονικέα, τον μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη και άλλους οσίους άνδρες από τους οποίους μυήθηκε στην ασκητική ζωή. Αφού επισκέφθηκε και άλλους ασκητικούς τόπους για να γνωρίσει και να συνομιλήσει με διάφορους ασκητές κατέληξε στους Σταγούς (Καλαμπάκα). Εκεί στα πανύψηλα βράχια και συγκεκριμένα επάνω σε κάποια τεράστια πέτρα τη λεγόμενη Στύλο κατοίκησε με δύο μαθητές του και έκτισε ναό. Την πέτρα εκείνη την ονόμασε Μετέωρο. Επειδή η φήμη του έφερε κοντά του πολλούς νέους ασκητές ίδρυσε κοινόβιο με μεγάλο ναό αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα. Εκεί με αυστηρή άσκηση και θέρμη πέρασε τα υπόλοιπα έτη της ζωής του διδάσκοντας και νουθετώντας τους νέους αδελφούς. Εκοιμήθη ειρηνικά το 1383 σε ηλικία 78 ετών.

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Εβρ. 9:1-7)

Ἀδελφοί, εἶχεν ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε ῞Αγιον κοσμικόν. Σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτῃ ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται ῞Αγια. Μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη ῞Αγια ῾Αγίων, χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος ᾿Ααρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, ὑπεράνω· δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων.

___________________________________________________________________________

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Λκ. 1:39-49, 56)

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀναστᾶσα Μαριὰμ, ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς, εἰς πόλιν ᾿Ιούδα· καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου, καὶ ἠσπάσατο τὴν ᾿Ελισάβετ. Καὶ ἐγένετο, ὡς ἤκουσεν ἡ ᾿Ελισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ῾Αγίου ἡ ᾿Ελισάβετ, καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ, καὶ εἶπεν· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ, ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. Καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα, ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ Κυρίου. Καὶ εἶπε Μαριάμ· Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρί μου· Ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ· ἰδοὺ γὰρ, ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί· Ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς· καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ. ῎Εμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτῇ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς· καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.

Νεοελληνική Απόδοση 

Εκείνες τις μέρες, η Μαριάμ σηκώθηκε και πήγε γρήγορα σε κάποια πόλη της ορεινής Ιουδαίας· μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. Μόλις εκείνη άκουσε το χαιρετισμό της Μαρίας, το βρέφος που ήταν στα σπλάχνα της σκίρτησε. Η Ελισάβετ πλημμύρισε με το Άγιο Πνεύμα και φώναξε με δυνατή φωνή: «Ευλογημένη απ’ το Θεό είσαι εσύ, περισσότερο από όλες τις γυναίκες, ευλογημένο και το παιδί που έχεις στα σπλάχνα σου. Αλλά πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφτεί η μητέρα του Κυρίου μου; Γιατί μόλις έφτασε ση’ αυτιά μου η φωνή του χαιρετισμού σου, σκίρτησε από αγαλλίαση το παιδί στα σπλάχνα μου. Χαρά σ’ αυτήν που πίστευε ότι θα εκπληρωθούν τα λόγια που της είπε ο Κύριος».Η Μαριάμ τότε είπε:«Η ψυχή μου δοξάζει τον Κύριο, και το πνεύμα μου νιώθει αγαλλίαση για το Θεό, το σωτήρα μου, γιατί έδειξε την ευμένειά του στην ταπεινή του δούλη. Από τώρα θα με καλοτυχίζουν όλες οι γενιές, γιατί ο δυνατός Θεός έκανε σ’ εμένα θαυμαστό έργο. Άγιο είναι το όνομά του. Η Μαριάμ έμεινε με την Ελισάβετ περίπου τρεις μήνες και ύστερα γύρισε στο σπίτι της.

Back To Top