skip to Main Content

Η Αγία Κυριακή, η Μεγαλομάρτυς (7 Ιουλίου)

Ρένος Κωνσταντίνου, θεολόγος

H αγία Κυριακή γεννήθηκε από χριστιανούς γονείς. Ήταν κόρη του Δωροθέου και της Ευσεβίας. Αυτοί ήταν άτεκνοι και παρακαλούσαν το Θεό να τους δώσει παιδί. Πράγματι, ο Θεός ευδόκησε, και το χριστιανικό αυτό ζευγάρι απέκτησε παιδί. Γεννήθηκε ήμερα Κυριακή, γι’ αυτό και της έδωσαν το όνομα Κυριακή. Ανατράφηκε χριστιανικά και γαλουχήθηκε με τα νάματα της πίστεώς μας.

Κατά το φοβερό και ανελέητο διωγμό του Διοκλητιανού, οι γονείς συνελήφθησαν και μετά από ανάκριση βασανίστηκαν και αποκεφαλίστηκαν. Η Κυριακή παραπέμφθηκε στον Καίσαρα Μαξιμιανό και από εκεί στον άρχοντα Βιθυνίας Ιλαριανό, ο όποιος της υπενθύμισε ότι η ομορφιά της είναι για απολαύσεις και όχι για βασανιστήρια. Τότε η Κυριακή του απάντησε: «Ούτε στη νεότητα μου, ούτε στην ομορφιά μου δίνω την παραμικρή προσοχή. Και τα λαμπρότερα από τα επίγεια πράγματα είναι προσωρινά, όπως τα άνθη και κούφια, όπως οι σκιές. Σήμερα, έπαρχε, είμαι όμορφη, αύριο μια άσχημη γριά. Να κάνω, λοιπόν, κέντρο της ζωής μου την ομορφιά μου; … Γι’ αυτό στο ξαναλέω, έπαρχε: είμαι και θα είμαι στη ζωή και στο θάνατο χριστιανή». Εξοργισμένος ο Ιλαριανός, τη βασάνισε σκληρά. Έδωσε εντολή να την υποβάλουν σε ένα από τα πιο φρικτά και επώδυνα μαρτύρια: Την κρέμασαν από τα μαλλιά της κεφαλής, την έγδυσαν και έκαιγαν το σώμα της με αναμμένες λαμπάδες! Η μεγαλομάρτυς Κυριακή, έχοντας νου και ψυχή ανυψωμένα στον ουρανό, υπέμεινε με καρτερία τον πόνο, χωρίς γογγυσμό, προσευχόμενη και ζητώντας την ενίσχυση του Κυρίου, ο Οποίος και άκουσε την προσευχή της και την ενίσχυσε ποικιλοτρόπως και θεράπευσε μάλιστα της πληγές της.

Στη συνέχεια ο Ιλαριανός φυλακίζει την Αγία και την επόμενη μέρα με τη συνοδεία και άλλων αξιωματούχων ο Ιλαριανός, η μεγαλομάρτυς Κυριακή και πλήθος λαού πήγαν στον ειδωλολατρικό ναό. Όταν μπήκαν στο ναό, η Κυριακή,  αφήνοντας όλους άφωνους, προσευχήθηκε μεγαλόφωνα στον Κύριο και Θεό της, τον Ιησού Χριστό. Τού ζήτησε να λάμψει η αλήθεια και να διαλυθεί το σκότος της ειδωλολατρίας.
Και, ώ του θαύματος! Ξαφνικά, τα είδωλα των θεοτήτων που βρίσκονταν μες στο ναό γκρεμίστηκαν σε συντρίμμια, ενώ «σεισμός μέγας με ἀνεμοστρόβιλον φοβερόν» τα διασκόρπισε σε μεγάλη απόσταση. Έντρομοι όλοι οι παρευρισκόμενοι διαπίστωσαν με έκπληξη τη δύναμη της χριστιανικής Πίστεως, αρκετοί δε από αυτούς παραδέχθηκαν ότι ο Θεός των χριστιανών είναι αληθινός. Αστραπή από τον ουρανό χτύπησε στο πρόσωπο τον Ιλαριανό «καί εὐθέως πεσῶν εἰς τήν γῆν ἀπέθανεν», γράφει ο Συναξαριστής.

Ο νέος διοικητής της επαρχίας της Βιθυνίας, που λεγόταν Απολλώνιος μόλις έμαθε ότι η Κυριακή διαδίδει, μετά τον θάνατο του Ιλαριανού, την Χριστιανική πίστη, έδωσε εντολή να την συλλάβουν. Ο Απολλώνιος διέταξε να ανάψουν μεγάλη φωτιά και να ρίξουν μες στις φλόγες της τη μεγαλομάρτυρα Κυριακή. Πράγμα που έγινε. Όμως, τι το θαυμαστό ήταν αυτό που συνέβη μπροστά στα μάτια όλων; Αντί να κατακαεί η νεαρή χριστιανή, ο Θεός άκουσε τη σύντομη θερμή προσευχή της και την προφύλαξε. Χωρίς να υπάρχουν στον ουρανό σύννεφα, δυνατή βροχή έπεσε «καί ἔσβεσε παρευθύς τήν φλόγα ἐκείνην», με αποτέλεσμα η Μεγαλομάρτυς να μη πάθει απολύτως τίποτα.

Αμέσως την έριξε σε πεινασμένα λιοντάρια και τα αφήσαν για να κατασπαράξουν την Κυριακή. Και πάλι όμως ο κραταιός Θεός σκέπασε με την παντοδύναμη χάρη του την μεγαλομάρτυρα. Τα θηρία έγιναν αρνάκια και κάθισαν κοντά της και έγλειφαν τα πόδια της. Τότε αρκετοί από τους παρευρισκόμενους εθνικούς ομολόγησαν πίστη στον Ιησού Χριστό και απαρνήθηκαν τα εθνικά είδωλα.

Στο σημείο αυτό η υπομονή του έπαρχου της Βιθυνίας εξαντλήθηκε, έδωσε εντολή για τον αποκεφαλισμό της Αγίας. Αλλά πριν πέσει η σπάθη, προσευχόμενη παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο. Η μνήμη της αγίας Μεγαλομάρτυρος Κυριακής τιμάται  από την Εκκλησία μας στις 7 Ιουλίου.

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Γαλ. 3:23-4:5)

Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. Ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· Ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ’ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. Οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.

 

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, πριν έρθει ο Χριστός, μας φρουρούσε ο νόμος. Ήμασταν φυλακισμένοι, ώσπου να φανερωθεί ο μελλοντικός σωτήρας μας. Ο νόμος, λοιπόν, ήταν σκληρός παιδονόμος για μας, ώσπου εμφανίστηκε ο Χριστός, οπότε η πίστη μας σ’ αυτόν μας χάρισε τη σωτηρία. Τώρα όμως που ήρθε ο Χριστός, δεν είμαστε πια υπόδουλοι στο νόμο. Είστε, λοιπόν, όλοι παιδιά του Θεού, αφού πιστεύετε στον Ιησού Χριστό. Κι αυτό, γιατί όσοι βαφτιστήκατε στο όνομα του Χριστού, έχετε ντυθεί το Χριστό. Δεν υπάρχει πια Ιουδαίος και ειδωλολάτρης, δεν υπάρχει δούλος και ελεύθερος, δεν υπάρχει άντρας και γυναίκα· όλοι σας είστε ένας, χάρη στον Ιησού Χριστό. Κι αφού ανήκετε στο Χριστό, είστε απόγονοι του Αβραάμ και κληρονόμοι της ζωής, όπως την υποσχέθηκε ο Θεός. Να τι θέλω να πω: Όσον καιρό ο κληρονόμος είναι ανήλικος, δε διαφέρει σε τίποτε από ένα δούλο. Είναι βέβαια ιδιοκτήτης των πάντων, εξαρτάται όμως από επιτρόπους και διαχειριστές, ως την προθεσμία που καθόρισε ο πατέρας. Έτσι κι εμείς, όταν ήμασταν ανήλικοι, ήμασταν υπόδουλοι στα στοιχεία του κόσμου. Όταν όμως έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός, απέστειλε τον Υιό του. Γεννήθηκε από μια γυναίκα και υποτάχτηκε στο νόμο, για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν υπόδουλοι στο νόμο, για να γίνουμε παιδιά του Θεού.

___________________________________________________________________________

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 5: 24-34)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠκολούθει τῷ ᾿Ιησοῦ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἱατρῶν, καὶ δαπανήσασα τὰ παρ᾿ ἑαυτῆς πάντα, καὶ μηδέν ὠφεληθεῖσα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα· ἀκούσασα περὶ τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν, ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· ἔλεγε γὰρ· Ὅτι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ ἅψωμαι, σωθήσομαι. Καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς· καὶ ἔγνω τῷ σώματι, ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. Καὶ εὐθέως ὁ ᾿Ιησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐτοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐπιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ, ἔλεγε· Τίς μου ἥψατο τῶν ἱματίων; Καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ· Βλέπεις τὸν ὄχλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις· Τίς μου ἥψατο; Καί περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. Ἡ δὲ γυνὴ, φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ᾿ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ, καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.

Νεοελληνική Απόδοση 

Εκείνο τον καιρό, ακολουθούσε τον Ιησού πολύς κόσμος, που τον περιέβαλλε ασφυκτι­κά. Ανάμεσά τους ήταν και μια γυναίκα που υπέφερε από αιμορρα­γία δώδεκα χρόνια. Είχε ξοδέψει όλη την περιουσία της σε πολλές θεραπείες από πολλούς γιατρούς, χωρίς να δει καμιά βελτίωση· αντί­θετα, είχε γίνει πολύ χειρότερα. Όταν άκουσε για τον Ιησού, ήρθε μέσα από τον κόσμο πίσω του κι άγγιξε το ρούχο του. Γιατί έλεγε μέσα της: «Και μόνο ν’ αγγίξω τα ρούχα του, θα σωθώ». Αμέσως τό­τε σταμάτησε η αιμορραγία της κι αισθάνθηκε στο σώμα της ότι θερα­πεύτηκε από την αρρώστια που τη βασάνιζε. Ο Ιησούς ένιωσε αμέ­σως τη δύναμη που βγήκε απ’ αυτόν, στράφηκε στο πλήθος κι είπε: «Ποιος άγγιξε τα ρούχα μου;» Οι μαθητές όμως του έλεγαν: «Δε βλέπεις τον κόσμο που σε περιβάλλει ασφυκτικά; τι ρωτάς ποιος σε άγγιξε;» Εκείνος έστρεψε το βλέμμα του τριγύρω για να δει εκείνη που τον άγγιξε. Η γυναίκα τότε, φοβισμένη και τρομαγμένη, ξέρον­τας αυτό που της συνέβη, ήρθε κι έπεσε στα πόδια του και του είπε όλη την αλήθεια. Κι ο Ιησούς της είπε: «Κόρη μου, η πίστη σου σε έσω­σε. Πήγαινε στο καλό. Είσαι θεραπευμένη από την αρρώστια σου».

Back To Top