Πέμπτη, 27η Απριλίου 2023
Ιερομάρτυρος Συμεών, δευτέρου επισκόπου Ιεροσολύμων (†107), συγγενούς του Κυρίου. Μαρτύρων Λολλίωνος του νέου και Ποπλίωνος. Οσίων Συμεών και Γεωργίου, των Στυλιτών. Ιωάννου (1) ηγουμένου της ιεράς μονής των Καθαρών, του ομολογητού και Ευλογίου του ξενοδόχου.
(1)Ο όσιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Ειρηνούπολη της Δεκάπολης της Κοίλης Συρίας από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Θεόδωρο και τη Γρηγορία, περί το 780. Σε ηλικία μόλις εννέα ετών οι γονείς του ανέθεσαν την πνευματική του φροντίδα και πρόοδο σε κάποιο σπουδαίο γέροντα, τον οποίο ο Ιωάννης ακολούθησε στη Νίκαια και εν συνεχεία στην Κωνσταντινούπολη όπου έλαβε μέρος στις εκεί συγκλιθείσες Οικουμενικές Συνόδους. Όταν ο πνευματικός του έγινε ηγούμενος της μονής Δαλμάτων, εκείνος διορίστηκε από τον Πατριάρχη Νικηφόρο ηγούμενος της μονής των Καθαρών στη Βιθυνία, την οποία διηύθυνε ποιμαντικά για μία δεκαετία. Την περίοδο της Εικονομαχίας έλαβε δυναμική θέση υπέρ της τιμής των Αγίων Εικόνων και έλεγξε την ασεβή στάση του εικονομάχου αυτοκράτορα Λέοντα του Ε`, ο οποίος τον περιόρισε σε κάποιο μετόχι της μονής του στην Κωνσταντινούπολη. Κατόπιν τον έκλεισαν σε κάποιο φρούριο, το λεγόμενο Πενταδάκτυλο στη χώρα της Κάμπης, όπου παρέμεινε αλυσοδεμένος επί 18 μήνες. Εν συνεχεία τον μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη όπου βασανίστηκε ποικιλοτρόπως από τον εικονομάχο Πατριάρχη Ιωάννη τον Ζ`. Επειδή όμως παρά τις κακουχίες και τις στερήσεις ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του και δεν κάμφθηκε το αγωνιστικό του φρόνημα, τον εξόρισαν «εις Κριόταυρον κάστρον των Βουκελλαρίων», όπου παρέμεινε έγκλειστος και λοιδωρούμενος επί δύο έτη. Μετά το θάνατο του δυσεβούς Λέοντα παρέμεινε προσωρινά στην Χαλκηδόνα, αλλά επί των ημερών του αυτοκράτορα Θεόφιλου εξορίστηκε και πάλι στην Αφουσία. Εκεί μετά από δυόμισι χρόνια παρέδωσε την αγία ψυχή του.
Αποστολικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Πραξ. 4:23-31)
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἀπολυθέντες οἱ ἀπόστολοι ἦλθον πρὸς τοὺς ἰδίους καὶ ἀπήγγειλαν ὅσα πρὸς αὐτοὺς οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι εἶπον. Οἱ δὲ ἀκούσαντες ὁμοθυμαδὸν ἦραν φωνὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ εἶπον· Δέσποτα, σὺ ὁ ποιήσας τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς, ὁ διὰ στόματος Δαυῒδ παιδός σου εἰπών· «Ἵνα τί ἐφρύαξαν ἔθνη καὶ λαοὶ ἐμελέτησαν κενά; Παρέστησαν οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ οἱ ἄρχοντες συνήχθησαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ κατὰ τοῦ Κυρίου καὶ κατὰ τοῦ Χριστοῦ αὐτοῦ». Συνήχθησαν γὰρ ἐπ᾿ ἀληθείας ἐπὶ τὸν ἅγιον παῖδά σου ᾿Ιησοῦν, ὃν ἔχρισας, ῾Ηρῴδης τε καὶ Πόντιος Πιλᾶτος σὺν ἔθνεσι καὶ λαοῖς ᾿Ισραήλ, ποιῆσαι ὅσα ἡ χείρ σου καὶ ἡ βουλή σου προώρισε γενέσθαι· καὶ τὰ νῦν, Κύριε, ἔπιδε ἐπὶ τὰς ἀπειλὰς αὐτῶν, καὶ δὸς τοῖς δούλοις σου μετὰ παρρησίας πάσης λαλεῖν τὸν λόγον σου, ἐν τῷ τὴν χεῖρά σου ἐκτείνειν σε εἰς ἴασιν καὶ σημεῖα καὶ τέρατα γίνεσθαι διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ ἁγίου παιδός σου ᾿Ιησοῦ. Καὶ δεηθέντων αὐτῶν ἐσαλεύθη ὁ τόπος ἐν ᾧ ἦσαν συνηγμένοι, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἐλάλουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ μετὰ παρρησίας.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνες τις μέρες, όταν οι απόστολοι απολύθηκαν, πήγαν στους αδελφούς και τους ανακοίνωσαν όσα τους είπαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι. Αυτοί, όταν τ’ άκουσαν, προσευχήθηκαν όλοι μαζί στο Θεό και είπαν: «Κύριε, εσύ δημιούργησες τον ουρανό, τη γη, τη θάλασσα και όλα όσα βρίσκονται σ’ αυτά. Εσύ είπες με το στόμα του Δαβίδ, του δούλου σου: Γιατί φρύαξαν τα έθνη; Γιατί οι λαοί μηχανεύτηκαν ανώφελα σχέδια; Παρατάχτηκαν για πόλεμο οι βασιλιάδες της γης και οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν σ’ έναν τόπο, εναντίον του Κυρίου κι εναντίον του Μεσσία του. Πραγματικά, συγκεντρώθηκαν εναντίον του άγιου δούλου σου Ιησού, που εσύ τον έχρισες Μεσσία, ο Ηρώδης και ο Πόντιος Πιλάτος μαζί με πλήθος εθνικών και Ιουδαίων, για να κάνουν όσα είχε ορίσει προηγουμένως η δύναμή σου και η σοφία σου να γίνουν. Και τώρα, Κύριε, κοίταξε τις απειλές τους! Δώσε δύναμη στους δούλους σου να κηρύττουν το λόγο σου με πολύ θάρρος. Απλωσε το χέρι σου, για να γίνονται θεραπείες και θαυματουργικές αποδείξεις της δύναμής σου, στο όνομα του άγιου δούλου σου Ιησού». Όταν τελείωσαν την προσευχή, σείστηκε ο τόπος όπου όταν συγκεντρωμένοι· όλοι πλημμύρισαν από το Άγιο Πνεύμα και κήρυτταν το λόγο του Θεού με θάρρος.
___________________________________________________________________________
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Ιω. 5: 24-30)
Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· .Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων, καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με, ἔχει ζωὴν αἰώνιον· καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν. Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ νεκροὶ ἀκούσονται τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ ἀκούσαντες ζήσονται. Ὥσπερ γὰρ ὁ Πατὴρ ἔχει ζωὴν ἐν ἑαυτῷ, οὕτως ἔδωκε καὶ τῷ Υἱῷ ζωὴν ἔχειν ἐν ἑαυτῷ· Καὶ ἐξουσίαν ἔδωκεν αὐτῷ καὶ κρίσιν ποιεῖν, ὅτι Υἱὸς ἀνθρώπου ἐστί. Μὴ θαυμάζετε τοῦτο· ὅτι ἔρχεται ὥρα ἐν ᾗ πάντες οἱ ἐν τοῖς μνημείοις ἀκούσονται τῆς φωνῆς αὐτοῦ, καί ἐκπορεύσονται οἱ τὰ ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δὲ τὰ φαῦλα πράξαντες εἰς ἀνάστασιν κρίσεως. Οὐ δύναμαι ἐγὼ ποιεῖν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ οὐδέν. Καθὼς ἀκούω κρίνω· καί ἡ κρίσις ἡ ἐμὴ δικαία ἐστίν· ὅτι οὐ ζητῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος προς τους ερχόμενους προς αυτόν Ιουδαίους· σας λέγω ότι όποιος δέχεται τα λόγια μου και πιστεύει σ’ αυτόν που με έστειλε έχει κιόλας την αιώνια ζωή και δεν θα αντιμετωπίσει την τελική κρίση, αλλά έχει κιόλας περάσει από το θάνατο στη ζωή. Σας βεβαιώνω πως πλησιάζει ο καιρός, έφτασε κιόλας, που οι νεκροί θ’ ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού, κι όσοι την ακούσουν θα ζήσουν. Γιατί όπως ο Πατέρας είναι πηγή ζωής, έτσι έκανε και τον Υιό πηγή ζωής και του έδωσε την εξουσία να κρίνει τους ανθρώπους, γιατί αυτός είναι ο Υιός του Ανθρώπου. Μην απορείτε γι’ αυτό. Πλησιάζει ο καιρός που όλοι οι νεκροί θ’ ακούσουν τη φωνή του κι όσοι έχουν πράξει δίκαια στη ζωή τους θ’ αναστηθούν για να λάβουν μέρος στην καινούρια ζωή· κι όσοι έπραξαν φαύλα έργα θ’ αναστηθούν για ν’ αντιμετωπίσουν την καταδίκη. «Εγώ δεν μπορώ τίποτε να κάνω από μόνος μου· αποφασίζω ως κριτής, σύμφωνα με όσα ακούω από τον Πατέρα, και οι αποφάσεις μου είναι δίκαιες γιατί δεν επιζητώ να ικανοποιήσω το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημα εκείνου που με έστειλε.