Τετάρτη, 26η Απριλίου 2023
Ιερομάρτυρος Βασιλέως επισκόπου Αμασείας (1) (†332). Οσίων Γλαφύρας και Ιούστας, Καλανδίου και Νέστορος.
(1) Ο άγιος Ιερομάρτυς Βασιλέας ήταν επίσκοπος Αμασσίας του Πόντου στα χρόνια του ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Λικίνιου ο οποίος προσπαθούσε ανεπιτυχώς να εξοντώσει τούς Χριστιανούς. Στους δύσκολους και ταραγμένους αυτούς καιρούς ο Βασιλέας προσπαθούσε, με την πνευματικότητα, το ήθος και θερμή προσευχή του να είναι κοντά στο ποίμνιό του, να το εμψυχώνει και να το ενδυναμώνει. Ένα όμως περιστατικό έφερε αντιμέτωπους τον Επίσκοπο και τον αυτοκράτορα. Η αυτοκράτειρα Κωνσταντία είχε ως ακόλουθό της μία εκλπηκτικής καλλονής νέα κοπέλα, τη Γλαφύρα. Χωρίς να το θέλει η ομορφιά της άναψε τα αμαρτωλά πάθη του Λικίνιου ο οποίος θέλησε να προσβάλει την τιμή της. Η Γλαφύρα διαισθάνθηκε τον κίνδυνο και μία βροχερή νύκτα ντυμένη ανδρικά και με τη βοήθεια της βασίλισσας έφυγε από την Κωνσταντινούπολη και κατέφυγε στην Αμάσεια, όπου ζήτησε τη βοήθεια και την προστασία του επισκόπου Βασιλέα. Ο άγιος όντως την προστάτευσε και της έδωσε την ευκαιρία να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην υπηρεσία του Θεού. Όταν ο Λικίνιος πληροφορήθηκε το γεγονός έστειλε ανθρώπους του για να φέρουν πίσω τη Γλαφύρα. Ήταν όμως αργά διότι η νεαρή κοπέλα είχε ήδη παραδώσει την τίμια και αγνή ψυχή της στον Πλάστη και Δημιουργό της. Έξαλλος ο Λικίνιος ξέσπασε όλη του την οργή πάνω στον Βασιλέα. Τον έσυραν δέσμιο στη Νικομήδεια και αφού δεν κατόρθωσαν να κάμψουν το αδούλωτο φρόνημά του στο τέλος τον αποκεφάλισαν χαρίζοντάς του μ` αυτό τον τρόπο την ατέρμονη ευτυχία του Παραδείσου.
Αποστολικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Πραξ. 4:13-22)
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, θεωροῦντες οἱ Ἰουδαῖοι τὴν τοῦ Πέτρου παρρησίαν καὶ ᾿Ιωάννου, καὶ καταλαβόμενοι ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοί εἰσι καὶ ἰδιῶται, ἐθαύμαζον, ἐπεγίνωσκόν τε αὐτοὺς ὅτι σὺν τῷ ᾿Ιησοῦ ἦσαν, τὸν δὲ ἄνθρωπον βλέποντες σὺν αὐτοῖς ἑστῶτα τὸν τεθεραπευμένον, οὐδὲν εἶχον ἀντειπεῖν. Κελεύσαντες δὲ αὐτοὺς ἔξω τοῦ συνεδρίου ἀπελθεῖν, συνέβαλλον πρὸς ἀλλήλους λέγοντες· Τί ποιήσομεν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις; Ὅτι μὲν γὰρ γνωστὸν σημεῖον γέγονε δι᾿ αὐτῶν, πᾶσι τοῖς κατοικοῦσιν ῾Ιερουσαλὴμ φανερόν, καὶ οὐ δυνάμεθα ἀρνήσασθαι· ἀλλ᾿ ἵνα μὴ ἐπὶ πλεῖον διανεμηθῇ εἰς τὸν λαόν, ἀπειλῇ ἀπειλησώμεθα αὐτοῖς μηκέτι λαλεῖν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τούτῳ μηδενὶ ἀνθρώπων. Καὶ καλέσαντες αὐτοὺς παρήγγειλαν αὐτοῖς τὸ καθόλου μὴ φθέγγεσθαι μηδὲ διδάσκειν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ ᾿Ιησοῦ. Ὁ δὲ Πέτρος καὶ ᾿Ιωάννης ἀποκριθέντες πρὸς αὐτοὺς εἶπον· Εἰ δίκαιόν ἐστιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὑμῶν ἀκούειν μᾶλλον ἢ τοῦ Θεοῦ, κρίνατε. Οὐ δυνάμεθα γὰρ ἡμεῖς ἃ εἴδομεν καὶ ἠκούσαμεν μὴ λαλεῖν. Οἱ δὲ προσαπειλησάμενοι ἀπέλυσαν αὐτούς, μηδὲν εὑρίσκοντες τὸ πῶς κολάσονται αὐτούς, διὰ τὸν λαόν, ὅτι πάντες ἐδόξαζον τὸν Θεὸν ἐπὶ τῷ γεγονότι· ἐτῶν γὰρ ἦν πλειόνων τεσσαράκοντα ὁ ἄνθρωπος ἐφ᾿ ὃν ἐγεγόνει τὸ σημεῖον τοῦτο τῆς ἰάσεως.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνες τις μέρες, όταν είδαν οι Ιουδαίοι το θάρρος του Πέτρου και του Ιωάννη και κατάλαβαν ότι είναι άνθρωποι αγράμματοι και απλοϊκοί, έμειναν κατάπληκτοι. Ήξεραν ότι αυτοί ήταν μαζί με τον Ιησού. Βλέποντας και τον άνθρωπο που θεραπεύτηκε να είναι μαζί τους δεν μπορούσαν να φέρουν καμιά αντίρρηση. Τους διέταξαν, λοιπόν, να βγουν έξω από την αίθουσα του συνεδρίου και έκαναν συμβούλιο: «Τι να κάνουμε με τους ανθρώπους αυτούς;» έλεγαν. «Σ’ όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ είναι φανερό πως μέσω αυτών έγινε ένα σπουδαίο θαύμα, και δεν μπορούμε να το αρνηθούμε. Αλλά για να μη διαδοθεί περισσότερο στο λαό, να τους απειλήσουμε να μην ξαναμιλήσουν πια για το πρόσωπο αυτό σε κανέναν». Τους κάλεσαν, λοιπόν, και τους έδωσαν εντολή να μη μιλούν καθόλου ούτε να διδάσκουν για τον Ιησού. Τότε ο Πέτρος και ο Ιωάννης τούς αποκρίθηκαν: «Αποφασίστε μόνοι σας αν είναι σωστό μπροστά στο Θεό εσάς ν’ ακούμε περισσότερο απ’ το Θεό; Πάντως εμείς δεν μπορούμε να μη μιλάμε γι’ αυτά που είδαμε και ακούσαμε». Εκείνοι τους απείλησαν πάλι και ύστερα τους άφησαν ελεύθερους, επειδή δεν εύρισκαν δικαιολογία να τους τιμωρήσουν· φοβούνταν το λαό, γιατί όλοι δόξαζαν το Θεό γι’ αυτό που έγινε, αφού ο άνθρωπος, στον οποίον έγινε το θαύμα αυτό της θεραπείας, ήταν πάνω από σαράντα ετών.
_________________________________
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Ιω. 5: 17-24)
Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· Ὁ Πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι. Διὰ τοῦτο οὖν μᾶλλον ἐζήτουν αὐτὸν οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἀποκτεῖναι, ὅτι οὐ μόνον ἔλυε τὸ Σάββατον, ἀλλὰ καὶ Πατέρα ἴδιον ἔλεγε τὸν Θεόν, ἴσον ἑαυτὸν ποιῶν τῷ Θεῷ. Ἀπεκρίνατο οὖν ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ δύναται ὁ Υἱὸς ποιεῖν ἀφ᾿ ἑαυτοῦ οὐδέν, ἐὰν μή τι βλέπῃ τὸν Πατέρα ποιοῦντα· ἃ γὰρ ἂν ἐκεῖνος ποιῇ, ταῦτα καὶ ὁ Υἱὸς ὁμοίως ποιεῖ. Ὁ γὰρ Πατὴρ φιλεῖ τὸν Υἱὸν, καὶ πάντα δείκνυσιν αὐτῷ, ἃ αὐτὸς ποιεῖ· καὶ μείζονα τούτων δείξει αὐτῷ ἔργα, ἵνα ὑμεῖς θαυμάζητε. Ὥσπερ γὰρ ὁ Πατὴρ ἐγείρει τοὺς νεκροὺς καὶ ζωοποιεῖ, οὕτω καὶ ὁ Υἱὸς οὓς θέλει ζωοποιεῖ. Οὐδὲ γὰρ ὁ Πατὴρ κρίνει οὐδένα, ἀλλὰ τὴν κρίσιν πᾶσαν δέδωκε τῶ Υἱῷ· ἵνα πάντες τιμῶσι τὸν Υἱόν, καθὼς τιμῶσι τὸν Πατέρα. ὁ μὴ τιμῶν τὸν Υἱὸν οὐ τιμᾷ τὸν Πατέρα τὸν πέμψαντα αὐτόν. Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων, καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με, ἔχει ζωὴν αἰώνιον· καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος προς τους ερχόμενους προς αυτόν Ιουδαίους· «Ο Πατέρας μου εξακολουθεί να εργάζεται ως τώρα, γι’ αυτό κι εγώ εργάζομαι». Γι’ αυτά τα λόγια οι Ιουδαίοι άρχοντες επιζητούσαν ακόμα περισσότερο να τον σκοτώσουν, γιατί όχι μόνο παραβίαζε τους κανόνες για το Σάββατο, αλλά και το Θεό τον ονόμαζε πατέρα του, εξισώνοντας τον εαυτό του με το Θεό. Τότε ο Ιησούς απάντησε στις επικρίσεις τους: «Σας βεβαιώνω», τους έλεγε, «πως ο Υιός δεν μπορεί να κάνει τίποτε από μόνος του· κάνει μόνο αυτό που βλέπει να κάνει ο Πατέρας· αυτά που κάνει εκείνος, τα ίδια ακριβώς κάνει και ο Υιός. Ο Πατέρας αγαπάει τον Υιό και του δείχνει όλα όσα κάνει εκείνος και θα του δείξει ακόμα μεγαλύτερα έργα, που θα προκαλέσουν την έκπληξή σας. Γιατί όπως ο Πατέρας ανασταίνει τους νεκρούς και τους δίνει νέα ζωή, έτσι κι ο Υιός, σε όσους θέλει, δίνει την αιώνια ζωή. Επίσης ο Πατέρας δε δικάζει κανέναν, αλλά έδωσε στον Υιό όλη την εξουσία να κρίνει τους ανθρώπους, έτσι ώστε όλοι να τιμούν τον Υιό, καθώς τιμούν τον Πατέρα. Όποιος δεν τιμάει τον Υιό δεν τιμάει ούτε τον Πατέρα που τον έστειλε. Σας βεβαιώνω πως όποιος δέχεται τα λόγια μου και πιστεύει σ’ αυτόν που με έστειλε έχει κιόλας την αιώνια ζωή και δεν θα αντιμετωπίσει την τελική κρίση, αλλά έχει κιόλας περάσει από το θάνατο στη ζωή.