skip to Main Content

Παρασκευή, 3η Ιουνίου 2022

 Αποστολικό Ανάγνωσμα 

Πρωτότυπο Κείμενο (Πραξ. 19:1-8)

Ἐν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις,  ἐγένετο ἐν τῷ τὸν ᾿Απολλὼ εἶναι ἐν Κορίνθῳ Παῦλον διελθόντα τὰ ἀνωτερικὰ μέρη ἐλθεῖν εἰς ῎Εφεσον· καὶ εὑρὼν μαθητάς τινας εἶπε πρὸς αὐτούς· Εἰ Πνεῦμα ῞Αγιον ἐλάβετε πιστεύσαντες; οἱ δὲ εἶπον πρὸς αὐτόν· Ἀλλ᾿ οὐδὲ εἰ Πνεῦμα ῞Αγιόν ἐστιν ἠκούσαμεν. Εἶπέ τε πρὸς αὐτούς· Εἰς τί οὖν ἐβαπτίσθητε; οἱ δὲ εἶπον· Εἰς τὸ ᾿Ιωάννου βάπτισμα. Εἶπε δὲ Παῦλος· ᾿Ιωάννης μὲν ἐβάπτισε βάπτισμα μετανοίας, τῷ λαῷ λέγων εἰς τὸν ἐρχόμενον μετ᾿ αὐτὸν ἵνα πιστεύσωσι, τοῦτ᾿ ἔστιν εἰς τὸν ᾿Ιησοῦν Χριστόν. Ἀκούσαντες δὲ ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. Καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καὶ προεφήτευον. Ἦσαν δὲ οἱ πάντες ἄνδρες ὡσεὶ δεκαδύο. Εἰσελθὼν δὲ εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπαρρησιάζετο ἐπὶ μῆνας τρεῖς διαλεγόμενος, καὶ πείθων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Νεοελληνική Απόδοση

 Εκείνες τις μέρες, ενώ ο Απολλώς ήταν στην Κόρινθο, ο Παύλος περιόδευσε τα ψηλά οροπέδια της Μικράς Ασίας κι ύστερα ήρθε στην Έφε­σο. Εκεί βρήκε μερικούς χριστιανούς και τους ρώτησε: «Όταν πιστέψατε, λάβατε το Άγιο Πνεύμα;» κι αυτοί απάντησαν: «Μα εμείς ούτε καν ακούσαμε ότι υπάρχει Άγιο Πνεύμα». Ο Παύλος τους ρώτησε: «τι είδους βάπτισμα λοιπόν λάβατε;” Κι αυτοί είπαν, «το βάπτισμα του Ιωάννη». Ο Παύλος τότε τους εξήγησε: «Ο Ιωάννης βάπτισε εκεί­νους που ήθελαν να αρχίσουν μια καινούρια ζωή. Έλεγε όμως στο λαό να πιστέψουν σ’ εκείνον που ερχόταν ύστερα απ’ αυτόν, δηλαδή στον Ιησού Χριστό». Όταν το άκουσαν αυτό, βαπτίστηκαν στο όνομα του Κυρίου Ιησού. Ο Παύλος ακούμπησε τα χέρια του πάνω τους, και ήρθε το Άγιο Πνεύμα σ’ αυτούς· άρχισαν τότε να μιλούν γλώσσες και να προ­φητεύουν. Αυτοί ήταν συνολικά κάπου δώδεκα άντρες. Τους επόμενους τρεις μήνες ο Παύλος πήγαινε στη συναγωγή, όπου με παρρησία κήρυττε και συζητούσε, φέρνοντας πειστικές απο­δείξεις σχετικά με τη βασιλεία του Θεού.

___________________________________________________________________________

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Ιω. 14: 1-11)

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία· πιστεύετε εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς ἐμὲ πιστεύετε· ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Πατρός μου μοναὶ πολλαί εἰσιν· εἰδὲ μή, εἶπον ἂν ὑμῖν· πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ὑμῖν. Καὶ ἐὰν πορευθῶ, καὶ ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον, πάλιν ἔρχομαι καὶ παραλήψομαι ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν, ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγώ, καὶ ὑμεῖς ἦτε· καὶ ὅπου ἐγὼ ὑπάγω οἴδατε, καὶ τὴν ὁδὸν οἴδατε. Λέγει αὐτῷ Θωμᾶς· Κύριε, οὐκ οἴδαμεν ποῦ ὑπάγεις· καὶ πῶς δυνάμεθα τὴν ὁδὸν εἰδέναι; Λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς, καὶ ἡ ἀλήθεια, καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν Πατέρα εἰμὴ δι᾿ ἐμοῦ. Εἰ ἐγνώκειτέ με, καὶ τὸν Πατέρα μου ἐγνώκειτε ἄν. καὶ ἀπ᾿ ἄρτι γινώσκετέ αὐτὸν καὶ ἑωράκατε αὐτόν. Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν Πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν. Λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Τοσοῦτον χρόνον μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε; ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν Πατέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, Δεῖξον ἡμῖν τὸν Πατέρα; Οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα, ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ· ὁ δὲ Πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα. Πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστιν.

Νεοελληνική Απόδοση 

Είπε ο Κύριος στους μαθητές του· «Ας μην ταράζεται η καρδιά σας να χετε εμπιστοσύνη στο Θεό, και σ’ εμένα να ’χετε πίστη. Στο σπίτι του Πατέρα μου υπάρχουν πολλοί τόποι διαμονής αν δεν υπήρχαν, θα σας το ’λεγα· εγώ πηγαίνω να σας ετοιμάσω τόπο. Κι όταν πάω και σας ετοιμάσω τόπο, πάλι θα ’ρθώ και θα σας πάρω κοντά μου, ώστε όπου είμαι εγώ να είστε κι εσείς. Ξέρετε, βέβαια, και πού πηγαίνω και την οδό που οδηγεί εκεί». «Κύριε», του λεει ο Θωμάς, «δεν ξέρουμε πού πηγαίνεις πώς λοι­πόν μπορούμε να ξέρουμε την οδό που οδηγεί εκεί;» Του λεει ο Ιησούς: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή κανείς δεν πάει κον­τά στον Πατέρα παρά μόνο αν περάσει από μένα. Αν με είχατε γνω­ρίσει, θα είχατε γνωρίσει και τον Πατέρα μου. Αλλά κι από τώρα τον γνωρίζετε και τον έχετε δει». «Κύριε», του λεει ο Φίλιππος, «δείξε μας τον Πατέρα, κι αυτό μας αρκεί». Του λεει ο Ιησούς: “Τόσον καιρό είμαι μαζί σας, Φίλιππε, και δε μ’ έχεις γνωρίσει; Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει τον Πατέρα. Πώς μπορείς εσύ να λες «δείξε μας τον Πατέρα;» Δεν πιστεύεις πως εγώ είμαι αχώριστος από τον Πατέρα, κι ο Πατέρας από μένα; Τα λό­για που σας λεω εγώ δεν τα λεω από μόνος μου, κι ο Πατέρας, που εί­ναι ένα μ’ εμένα, αυτός πραγματοποιεί τα έργα. Πιστέψτε με ότι εγώ είμαι αχώριστος από τον Πατέρα, κι ο Πατέρας από μένα· αν πάλι δεν πιστεύετε στο λόγο μου, πιστέψτε εξαιτίας των ίδιων των έργων.

Back To Top