skip to Main Content

Παρασκευή, 17η Σεπτεμβρίου 2021

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Β’ Κορ. 11:5-21)

Ἀδελφοί, λογίζομαι μηδἐν ὑστερηκέναι τῶν ὑπερλίαν ἀποστόλων. Εἰ δὲ καὶ ἰδιώτης τῷ λόγῳ, ἀλλ᾿ οὐ τῇ γνώσει, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ φανερωθέντες ἐν πᾶσιν εἰς ὑμᾶς. ῍Η ἁμαρτίαν ἐποίησα ἑμαυτὸν ταπεινῶν ἵνα ὑμεῖς ὑψωθῆτε, ὅτι δωρεὰν τὸ τοῦ Θεοῦ εὐαγγέλιον εὐηγγελισάμην ὑμῖν; Ἄλλας ἐκκλησίας ἐσύλησα λαβὼν ὀψώνιον πρὸς τὴν ὑμῶν διακονίαν, καὶ παρὼν πρὸς ὑμᾶς καὶ ὑστερηθεὶς οὐ κατενάρκησα οὐδενός· τὸ γὰρ ὑστέρημά μου προσανεπλήρωσαν οἱ ἀδελφοὶ ἐλθόντες ἀπὸ Μακεδονίας· καὶ ἐν παντὶ ἀβαρῆ ὑμῖν ἐμαυτὸν ἐτήρησα καὶ τηρήσω. Ἔστιν ἀλήθεια Χριστοῦ ἐν ἐμοὶ ὅτι ἡ καύχησις αὕτη οὐ φραγήσεται εἰς ἐμὲ ἐν τοῖς κλίμασι τῆς ᾿Αχαΐας. Διατί; Ὅτι οὐκ ἀγαπῶ ὑμᾶς; ὁ Θεὸς οἶδεν· ὃ δὲ ποιῶ, καὶ ποιήσω, ἵνα ἐκκόψω τὴν ἀφορμὴν τῶν θελόντων ἀφορμήν, ἵνα ἐν ᾧ καυχῶνται εὑρεθῶσι καθὼς καὶ ἡμεῖς. Οἱ γὰρ τοιοῦτοι ψευδαπόστολοι, ἐργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ. Καὶ οὐ θαυμαστόν· αὐτὸς γὰρ ὁ σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός. Οὐ μέγα οὖν εἰ καὶ οἱ διάκονοι αὐτοῦ μετασχηματίζονται ὡς διάκονοι δικαιοσύνης, ὧν τὸ τέλος ἔσται κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν. Πάλιν λέγω, μή τίς με δόξῃ ἄφρονα εἶναι· εἰ δὲ μή γε, κἂν ὡς ἄφρονα δέξασθέ με, ἵνα κἀγὼ μικρόν τι καυχήσωμαι. Ὅ λαλῶ, οὐ λαλῶ κατὰ Κύριον, ἀλλ᾿ ὡς ἐν ἀφροσύνῃ, ἐν ταύτῃ τῇ ὑποστάσει τῆς καυχήσεως. Ἐπεὶ πολλοὶ καυχῶνται κατὰ τὴν σάρκα, κἀγὼ καυχήσομαι. Ἡδέως γὰρ ἀνέχεσθε τῶν ἀφρόνων φρόνιμοι ὄντες· ἀνέχεσθε γὰρ εἴ τις ὑμᾶς καταδουλοῖ, εἴ τις κατεσθίει, εἴ τις λαμβάνει, εἴ τις ἐπαίρεται, εἴ τις ὑμᾶς εἰς πρόσωπον δέρει. Κατὰ ἀτιμίαν λέγω, ὡς ὅτι ἡμεῖς ἠσθενήσαμεν.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, έχω τη γνώμη ότι σε τίποτα δεν υστερώ απέναντι σ’ αυτούς που λέτε υπεραπο­στόλους, Μπορεί να είμαι αδύνατος στον προφορικό λόγο, όχι όμως και στη γνώση. Αυτό σας το δείξαμε καθαρά σε κάθε στιγμή και με κάθε ευκαιρία. Μήπως ήταν αμαρτία που δωρεάν σας κήρυξα το ευαγγέλιο του Θεού ταπεινώνοντας τον εαυτό μου για να εξυψωθείτε εσείς; Επιβάρυνα άλλες εκκλησίες για να έχω την οικονομική δυνατότητα να σας υπηρετώ. Ακόμα κι όταν ήμουνα κοντά σας και περνούσα στε­ρήσεις, δεν επιβάρυνα κανέναν, γιατί αυτά που μου έλειπαν για τη συντήρησή μου τα συμπλήρωσαν οι αδελφοί που ήρθαν από τη Μα­κεδονία. Έτσι κατάφερα να μη σας γίνω σε καμιά περίπτωση βάρος κι αυτό θα το τηρήσω και στο μέλλον. Σας το λέω με την αλήθεια του Χριστού που είναι μέσα μου, ότι την καύχησή μου αυτή κανένας δε θα μου την αποκλείσει για τα μέρη της Αχαΐας Για ποιο λόγο; μήπως γιατί δε σας αγαπώ; Ο Θεός ξέρει ότι σας αγαπώ. Αυτό το κάνω, και θα συνεχίσω να το κάνω, για να αφαιρέσω την αφορμή από κείνους που γυρεύουν αφορμή για να δείξουν ότι το έρ­γο τους, για το οποίο καυχώνται, είναι σαν το δικό μας.  Αυτοί στην πραγματικότητα είναι ψευτοαπόστολοι, απατεώνες, άνθρωποι που μεταμφιέζονται σε αποστόλους του Χριστού. Και μη σας φαίνεται πα­ράξενο, γιατί κι ο ίδιος ο σατανάς μεταμφιέζεται σε άγγελο φωτός. Δεν είναι, λοιπόν, μεγάλο πράγμα όταν κι οι υπηρέτες του σατανά μεταμφιέζονται σε υπηρέτες της δικαιοσύνης. Το τέλος τους θα είναι ανάλογο με τα έργα τους. Σας επαναλαμβάνω, μη με θεωρήσει κανείς ανόητο. Αν όμως δε γίνεται αλλιώς, πάρτε με, έστω και για ανόητο, ώστε να καυχηθώ κι ε­γώ για λίγο. Αυτό που θα πω δε θα το πω με εντολή του Κυρίου, αλ­λά σαν ένας ανόητος που νομίζει πως έχει το δικαίωμα να καυχηθεί. Αφού πολλοί καυχώνται για ανθρώπινα πλεονεκτήματα, θα καυχη­θώ κι εγώ. Κι ενώ παρασταίνετε τους φρόνιμους, ανέχεστε μ’ ευχα­ρίστηση τους ανόητους. Ανέχεστε δηλαδή όποιον σας καταπιέζει, όποιον σας εκμεταλλεύεται, όποιον σας εξαπατά, όποιον σας παριστάνει τον σπουδαίο, όποιον σας χαστουκίζει. Ντρέπομαι που το λέω· σαν να μην μπορούσαμε εμείς να σας κάνουμε τα ίδια! Όμως, για οτιδήποτε τολμά κάποιος να καυχηθεί — σαν ανόητος μιλώ —τολμώ κι εγώ.

___________________________________________________________________________

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 4: 1-9)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἤρξατο ὁ ᾿Ιησοῦς διδάσκειν παρὰ τὴν θάλασσαν· καὶ συνήχθη πρὸς αὐτὸν ὄχλος πολύς, ὥστε αὐτὸν ἐμβάντα εἰς τὸ πλοῖον, καθῆσθαι ἐν τῇ θαλάσσῃ· καὶ πᾶς ὁ ὄχλος πρὸς τὴν θάλασσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἦν. Καὶ ἐδίδασκεν αὐτοὺς ἐν παραβολαῖς πολλά, καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ἐν τῇ διδαχῇ αὐτοῦ· Ἀκούετε· Ἰδοὺ, ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ σπείρειν, ὃ μὲν ἔπεσε παρά τὴν ὁδόν, καὶ ἦλθε τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ κατέφαγεν αὐτό. Ἄλλο δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὸ πετρῶδες, ὅπου οὐκ εἶχε γῆν πολλήν· καὶ εὐθέως ἐξανέτειλε, διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς· ἡλίου δὲ ἀνατείλαντος ἐκαυματίσθη, καὶ διὰ τὸ μὴ ἔχειν ῥίζαν, ἐξηράνθη· Καὶ ἄλλο ἔπεσεν εἰς τὰς ἀκάνθας· καὶ ἀνέβησαν αἱ ἄκανθαι καὶ συνέπνιξαν αὐτό, καί καρπὸν οὐκ ἔδωκε. Καί ἄλλο ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν καλὴν, καὶ ἐδίδου καρπὸν ἀναβαίνοντα καὶ αὐξάνοντα· καὶ ἔφερεν ἐν τριάκοντα, καὶ ἐν ἑξήκοντα, καὶ ἐν ἑκατόν. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

Νεοελληνική Απόδοση 

Εκείνο τον καιρό, άρχισε ο Ιησούς να διδάσκει ο Ιησούς δίπλα στη λίμνη, και μαζεύτη­κε γύρω του πάρα πολύς κόσμος. Γι’ αυτό μπήκε και κάθισε σ’ ένα πλοιάριο στη λίμνη, ενώ όλος ο κόσμος έμεινε στη στεριά δίπλα στη λίμνη. Τους δίδασκε πολλά με παραβολές και τους έλεγε κατά τη διδασκαλία του; «Προσέξτε. Βγήκε ο σποριάς να σπείρει. Και καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, κι ήρθαν τα πουλιά και τους έφα­γαν. Άλλοι έπεσαν σε πετρώδες έδαφος που δεν είχε πολύ χώμα κι αμέσως φύτρωσαν, γιατί το χώμα ήταν λιγοστό. Μόλις όμως ανέτειλε ο ήλιος, κάηκαν, κι επειδή δεν είχαν ρίζες ξεράθηκαν. Άλλοι σπό­ροι έπεσαν στ’ αγκάθια, κι όταν τ’ αγκάθια μεγάλωσαν τους έπνιξαν και δεν καρποφόρησαν. Κι άλλοι έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, όπου βλάστησαν, αυξήθηκαν κι έδωσαν καρπό, τριάντα κι εξήντα κι εκατό φορές περισσότερο». Και τους έλεγε; «Όποιος έχει αυτιά για να ακούει ας τ’ ακούει αυτά».

Back To Top