skip to Main Content

Παρασκευή, 5η Μαρτίου 2021

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Α’ Ιω. 2:7-17)

Ἀδελφοί, οὐκ ἐντολὴν καινὴν γράφω ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἐντολὴν παλαιάν, ἣν εἴχετε ἀπ᾿ ἀρχῆς· ἡ ἐντολὴ ἡ παλαιά ἐστιν ὁ λόγος ὃν ἠκούσατε ἀπ᾿ ἀρχῆς. Πάλιν ἐντολὴν καινὴν γράφω ὑμῖν, ὅ ἐστιν ἀληθὲς ἐν αὐτῷ καὶ ἐν ὑμῖν, ὅτι ἡ σκοτία παράγεται καὶ τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸν ἤδη φαίνει. Ὁ λέγων ἐν τῷ φωτὶ εἶναι, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῶν, ἐν τῇ σκοτίᾳ ἐστὶν ἕως ἄρτι. Ὁ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἐν τῷ φωτὶ μένει, καὶ σκάνδαλον ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν· ὁ δὲ μισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἐστὶ καὶ ἐν τῇ σκοτίᾳ περιπατεῖ, καὶ οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει, ὅτι ἡ σκοτία ἐτύφλωσε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ. Γράφω ὑμῖν, τεκνία, ὅτι ἀφέωνται ὑμῖν αἱ ἁμαρτίαι διὰ τὸ ὄνομα αὐτοῦ. Γράφω ὑμῖν, πατέρες, ὅτι ἐγνώκατε τὸν ἀπ᾿ ἀρχῆς. Γράφω ὑμῖν, νεανίσκοι, ὅτι νενικήκατε τὸν πονηρόν. Ἔγραψα ὑμῖν, παιδία, ὅτι ἐγνώκατε τὸν πατέρα. Ἔγραψα ὑμῖν, πατέρες, ὅτι ἐγνώκατε τὸν ἀπ᾿ ἀρχῆς. Ἔγραψα ὑμῖν, νεανίσκοι, ὅτι ἰσχυροί ἐστε καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐν ὑμῖν μένει καὶ νενικήκατε τὸν πονηρόν. Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον μηδὲ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ. Ἐάν τις ἀγαπᾷ τὸν κόσμον, οὐκ ἔστιν ἡ ἀγάπη τοῦ πατρὸς ἐν αὐτῷ· ὅτι πᾶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ πατρός, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ κόσμου ἐστί. Καὶ ὁ κόσμος παράγεται καὶ ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, η εντολή που σας γράφω δεν είναι καινούργια αλλά η παλιά εντολή, που την είχατε δεχτεί εξαρχής. Αυτή η εντολή η παλιά είναι το κήρυγμα που αρχικά ακούσατε. Ωστόσο, η εντολή που σας γράφω είναι καινούργια, κι αυτό είναι αλήθεια για το Χριστό και για σας: το σκοτάδι της νύχτας παρέρχεται, κι άρχισε ήδη να χαράζει το φως το αληθινό. Όποιος, λοιπόν, λέει πως βρίσκεται ήδη μέσα στο φως αλλά μι­σεί τον αδελφό του, αυτός βρίσκεται ακόμα μέσα στο σκοτάδι. Όποιος αγαπάει τον αδελφό του, αυτός μένει σταθερά μέσα στο φως, και δε γίνεται αφορμή να σκοντάψει και ν’ αμαρτήσει ο αδελφός του. Όποιος όμως μισεί τον αδελφό του βρίσκεται στο σκοτάδι και πο­ρεύεται μέσα στο σκοτάδι· και δεν ξέρει πού πάει, γιατί το σκοτάδι έχει τυφλώσει τα μάτια του. Σας γράφω, παιδιά μου, για να σας βεβαιώσω πως οι αμαρτίες σας έχουν συγχωρεθεί χάρη στο Χριστό. Σας γράφω, πατέρες, για να σας βεβαιώσω πως έχετε γνωρίσει αυτόν που υπάρχει εξαρχής. Σας γράφω, νέοι μου, για να σας βεβαιώσω πως έχετε νικήσει τον πονηρό. Σας έγραψα, παιδιά μου, πως έχετε γνωρίσει τον Πατέρα. Σας έγραψα, πατέρες, πως έχετε γνωρίσει αυτόν που υπάρχει εξαρχής. Σας έγραψα, νέοι μου, πως είστε δυνατοί, και ο λόγος του Θεού ζει μέσα σας και έχετε νικήσει τον πονηρό. Μην αγαπάτε τον κόσμο, μήτε όσα είναι του κόσμου. Αν κάποιος αγαπάει τον κόσμο, δεν έχει μέσα του την αγάπη για τον Πατέρα. Γιατί όλα όσα είναι του κόσμου — οι αμαρτωλές επιθυμίες του εγώ, η λαχτάρα ν’ αποχτήσουμε ό,τι βλέπουν τα μάτια μας, και η υπεροψία πως κατέχουμε γήινα αγαθά — δεν προέρχονται από τον Πατέρα αλ­λά από τον αμαρτωλό κόσμο. Ο κόσμος όμως παρέρχεται και μαζί του όλα όσα επιθυμούν οι άνθρωποι να κατέχουν μέσα σ’ αυτόν· ενώ όποιος εκτελεί το θέλημα του Θεού θα ζήσει αιώνια

___________________________________________________________________________

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 14:3-9)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ὄντος τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐν Βηθανίᾳ, ἐν τῇ οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ, κατακειμένου αὐτοῦ, ἦλθε γυνὴ ἔχουσα ἀλάβαστρον μύρου, νάρδου πιστικῆς πολυτελοῦς· καὶ συντρίψασα τὸ ἀλάβαστρον, κατέχεεν αὐτοῦ κατὰ τῆς κεφαλῆς. Ἦσαν δέ τινες ἀγανακτοῦντες πρὸς ἑαυτοὺς, καὶ λέγοντες· Εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γὰρ τοῦτο πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων, καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς. Καὶ ἐνεβριμῶντο αὐτῇ. Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· Ἄφετε αὐτήν· τί αὐτῇ κόπους παρέχετε; καλὸν ἔργον εἰργάσατο ἐν ἐμοί. Πάντοτε γὰρ τοὺς πτωχοὺς ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν, καὶ ὅταν θέλητε δύνασθαι αὐτοὺς εὖ ποιῆσαι· ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. Ὅ ἔσχεν αὕτη, ἐποίησε· προέλαβε μυρίσαι μου τὸ σῶμα εἰς τὸν ἐνταφιασμόν. Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅπου ἐὰν κηρυχθῇ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦτο εἰς ὅλον τὸν κόσμον, καὶ ὃ ἐποίησεν αὕτη, λαληθήσεται εἰς μνημόσυνον αὐτῆς.

Νεοελληνική Απόδοση 

Εκείνο τον καιρό, ενώ βρισκόταν ο Ιησούς στη Βηθανία, στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού, την ώρα που έτρωγε, ήρθε μια γυναίκα έχοντας ένα αλαβά­στρινο δοχείο με μύρο από γνήσια, πανάκριβη νάρδο, έσπασε το δοχείο κι έχυσε το μύρο στο κεφάλι του. Μερικοί τότε από τους πα­ρόντες αγανάχτησαν κι έλεγαν: «Προς τι αυτή η σπατάλη του μύρου; Θα μπορούσε αυτό το μύρο να πουληθεί περισσότερο από τριακόσια δηνάρια και το αντίτιμο να δοθεί στους φτωχούς». Κι επιτιμούσαν τη γυναίκα αυστηρά. Ο Ιησούς όμως είπε: “Αφήστε την ήσυχη· γιατί της δημιουργείτε προβλήματα; Έκανε μια καλή πράξη για μένα. Όσο για τους φτωχούς, αυτούς πάντοτε τους έχετε μαζί σας και μπορείτε να τους ευεργετήσετε όποτε θέλετε· εμένα όμως δε θα μ’ έχετε πάντοτε. Έκανε αυτό που μπορούσε: άλειψε προκαταβολικά το σώμα μου με μύρο για να το ετοιμάσει για την ταφή. Και σας βεβαιώνω πως σ’ όλον τον κόσμο, όπου κηρυχτεί το ευαγγέλιο, θα γίνεται λόγος και για την πράξη της. Κι έτσι θα τη θυμούνται».

Back To Top