skip to Main Content

Κυριακή του Τυφλού, Αποστ. ανάγνωσμα: Πραξ. Ιστ’, 16-34 (5-6-2016)

Χρίστου Θεοδώρου Θεολόγου

 Πρωτότυπο Κείμενο

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο πορευομένων ἡμῶν εἰς τὴν προσευχὴν παιδίσκην τινὰ ἔχουσαν πνεῦμα πύθωνα ἀπαντῆσαι ἡμῖν͵ ἥτις ἐργασίαν πολλὴν παρεῖχεν τοῖς κυρίοις αὐτῆς μαντευομένη. Αὕτη κατακολουθήσασα τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ ἔκραζε λέγουσα΄ Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν͵ οἵτινες καταγγέλλουσιν ὑμῖν ὁδὸν σωτηρίας. Τοῦτο δὲ ἐποίει ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας. Διαπονηθεὶς δὲ Παῦλος καὶ ἐπιστρέψας τῷ πνεύματι εἶπεν΄ Παραγγέλλω σοι ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ΄ αὐτῆς. Καὶ ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ. Ἰδόντες δὲ οἱ κύριοι αὐτῆς ὅτι ἐξῆλθεν ἡ ἐλπὶς τῆς ἐργασίας αὐτῶν, ἐπιλαβόμενοι τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν εἵλκυσαν εἰς τὴν ἀγορὰν ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας͵ καὶ προσαγαγόντες αὐτοὺς τοῖς στρατηγοῖς εἶπον΄ Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι ἐκταράσσουσιν ἡμῶν τὴν πόλιν Ἰουδαῖοι ὑπάρχοντες͵ καὶ καταγγέλλουσιν ἔθη ἃ οὐκ ἔξεστιν ἡμῖν παραδέχεσθαι οὐδὲ ποιεῖν Ῥωμαίοις οὖσι. Καὶ συνεπέστη ὁ ὄχλος κατ΄ αὐτῶν. Καὶ οἱ στρατηγοὶ περιῤῥήξαντες αὐτῶν τὰ ἱμάτια ἐκέλευον ῥαβδίζειν͵ πολλάς τε ἐπιθέντες αὐτοῖς πληγὰς ἔβαλον εἰς φυλακήν͵ παραγγείλαντες τῷ δεσμοφύλακι ἀσφαλῶς τηρεῖν αὐτούς· ὃς παραγγελίαν τοιαύτην εἰληφὼς ἔβαλεν αὐτοὺς εἰς τὴν ἐσωτέραν φυλακὴν καὶ τοὺς πόδας  αὐτῶν ἠσφαλίσατο εἰς τὸ ξύλον. Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν΄ ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι. Ἄφνω δὲ σεισμὸς ἐγένετο μέγας, ὥστε σαλευθῆναι τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου͵ ἀνεῴχθησάν τε παραχρῆμα αἱ θύραι πᾶσαι καὶ πάντων τὰ δεσμὰ ἀνέθη. Ἔξυπνος δὲ γενόμενος ὁ δεσμοφύλαξ καὶ ἰδὼν ἀνεῳγμένας τὰς θύρας τῆς φυλακῆς͵ σπασάμενος μάχαιραν ἔμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν͵ νομίζων ἐκπεφευγέναι τοὺς δεσμίους. Ἐφώνησεν δὲ Παῦλος μεγάλῃ φωνῇ λέγων΄ Μηδὲν πράξῃς σεαυτῷ κακόν͵ ἅπαντες γάρ ἐσμεν ἐνθάδε. Αἰτήσας δὲ φῶτα εἰσεπήδησεν͵ καὶ ἔντρομος γενόμενος προσέπεσε τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ͵ καὶ προαγαγὼν αὐτοὺς ἔξω ἔφη΄ Κύριοι͵ τί με δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ; Οἱ δὲ εἶπον΄ Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν͵ καὶ σωθήσῃ σὺ καὶ ὁ οἶκός σου. Καὶ ἐλάλησαν αὐτῷ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου καὶ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ. Καὶ παραλαβὼν αὐτοὺς ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τῆς νυκτὸς ἔλουσεν ἀπὸ τῶν πληγῶν͵ καὶ ἐβαπτίσθη αὐτὸς καὶ οἱ αὐτοῦ πάντες παραχρῆμα͵ ἀναγαγών τε αὐτοὺς εἰς τὸν οἶκον παρέθηκεν τράπεζαν͵ καὶ ἠγαλλιάσατο πανοικὶ πεπιστευκὼς τῷ Θεῷ.

 Νεοελληνική Απόδοση

Mια άλλη φορά, καθώς πηγαίναμε στον τόπο της προσευχής, μας συνάντησε μια νεαρή δούλη, που είχε μαντικό πνεύμα και η οποία με τις μαντείες της έφερνε πολλά κέρδη στους κυρίους της. Aυτή, λοιπόν, ακολουθούσε επίμονα τον Παύλο κι εμάς και φώναζε λέγοντας: ‘’Oι άνθρωποι αυτοί είναι δούλοι του Ύψιστου Θεού, που σας αναγγέλλουν το δρόμο της σωτηρίας!’’ Kι αυτό συνέχιζε να το κάνει πολλές μέρες. Kι επειδή είχε κουραστεί πια ο Παύλος να το ακούει, στράφηκε και είπε στο πνεύμα: “Σε προστάζω στο όνομα του Iησού Xριστού, να βγεις απ’  αυτήν’’. Kαι βγήκε το πνεύμα την ίδια εκείνη ώρα. Σαν είδαν τότε οι κύριοί της πως χάθηκε η ελπίδα του κέρδους τους, έπιασαν τον Παύλο και το Σίλα και τους έσυραν στον τόπο σύναξης του κοινού, στους άρχοντες. Eκεί, τους οδήγησαν μπροστά στους στρατηγούς και είπαν: “Oι άνθρωποι αυτοί, που είναι Iουδαίοι, αναστατώνουν την πόλη μας διδάσκοντας έθιμα, που δεν επιτρέπεται σε μας που είμαστε Pωμαίοι, να τα δεχόμαστε ή να τα εφαρμόζουμε’’. Tότε, σύσσωμο το πλήθος ξεσηκώθηκε εναντίον τους, και οι στρατηγοί, αφού ξέσχισαν εντελώς τα ρούχα τους, πρόσταζαν να τους ραβδίσουν. Έτσι, αφού τους προξένησαν πολλά τραύματα, τους έριξαν στη φυλακή και παράγγειλαν στο δεσμοφύλακα να τους φρουρεί με κάθε ασφάλεια. Eκείνος, όταν πήρε μια τέτοια εντολή, τους έβαλε στο πιο εσωτερικό κελί και για σιγουριά πέρασε τα πόδια τους στην ξυλοπέδη. Kαι γύρω στα μεσάνυχτα, ο Παύλος και ο Σίλας προσεύχονταν και παράλληλα υμνολογούσαν το Θεό, ενώ οι φυλακισμένοι τους άκουγαν με προσοχή. Ξαφνικά, τότε, έγινε ένας ισχυρότατος σεισμός, τόσο που τα θεμέλια της φυλακής σαλεύτηκαν και αυτοστιγμεί ανοίχτηκαν όλες οι πόρτες και όλων τα δεσμά λύθηκαν! Ξύπνησε, τότε, ο δεσμοφύλακας και σαν είδε ανοιγμένες τις πόρτες της φυλακής, έσυρε το μαχαίρι του έτοιμος ν’  αυτοκτονήσει, νομίζοντας πως είχαν δραπετεύσει οι φυλακισμένοι. Φώναξε τότε ο Παύλος δυνατά λέγοντας: “Mην κάνεις κανένα κακό στον εαυτό σου, γιατί είμαστε όλοι εδώ” ! Tότε αυτός, αφού ζήτησε φώτα, πήδησε μέσα στη φυλακή και κυριευμένος από τρόμο έπεσε μπροστά στον Παύλο και το Σίλα. Kατόπιν τους οδήγησε έξω και είπε: “Kύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;” Kι εκείνοι απάντησαν: “Πίστεψε στον Kύριο Iησού Xριστό και θα σωθείς εσύ και η οικογένειά σου”. Στη συνέχεια κήρυξαν το Λόγο του Θεού σ’ αυτόν και σε όλους εκείνους που ήταν στο σπίτι του. Tους πήρε τότε ο δεσμοφύλακας, την ώρα εκείνη μέσα στη νύχτα, κι έπλυνε τις πληγές τους και βαφτίστηκε αμέσως ο ίδιος κι όλοι οι δικοί του. Kατόπιν τους ανέβασε στο σπίτι του και τους έστρωσε τραπέζι και αναγάλλιασε που με όλη την οικογένειά του είχε πιστέψει στο Θεό.

 Σχολιασμός

Πολλές οι σκέψεις, οι προβληματισμοί αλλά και  τα μηνύματα που πηγάζουν από την παρούσα αποστολική περικοπή  και ένα από αυτά όπου και θα καταπιαστούμε  είναι  ο δαιμονισμός . Ένα τυπικό παράδειγμα δαιμονισμού και πιο συγκεκριμένα παράδειγμα δαιμονοληψίας είναι και η σημερινή παιδίσκη των Φιλίππων, που περιγράφουν οι Πράξεις των Αποστόλων(16,16-18). Δαιμονοληψία είναι η κατάσταση εκείνη , κατά την οποία το πονηρό πνεύμα χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως κατοικία του δηλαδή εισβάλλει μέσα στην ψυχοσωματική του κατάσταση. Μας δίνεται λοιπόν η αφορμή να κάνουμε μια σύντομη ανάλυση  περί  δαιμονολογίας.

Η διδασκαλία της Εκκλησίας δέχεται τους δαίμονες ως εκπεσόντες αγγέλους. Κατ’αυτό τον τρόπο, τους τοποθετεί εντός του πλαισίου των δημιουργημάτων του Θεού. Κατά συνέπεια ,απορρίπτει τη σχετική αντίληψη του συστήματος της Διαρχίας  ότι τα όντα αυτά προέρχονται από την αρχή του κακού , η οποία βαίνει παράλληλα προς την αρχή του αγαθού, δηλαδή τον Θεό. Την ύπαρξη των δαιμόνων μαρτυρούν και η Αγία Γραφή και η Ιερά παράδοση. Ενδεικτικά θα μνημονεύσουμε ορισμένες σχετικές μαρτυρίες.

Ήδη στο βιβλίο της Γενέσεως γίνεται αναφορά για την ύπαρξη και τη δράση του διαβόλου, ο οποίος, με τη μορφή του όφεως , οδήγησε τους πρωτόπλαστους ,τον Αδάμ και την Εύα, στην πτώση. Σαφής είναι η μνεία του διαβόλου και στο βιβλίο του Ιώβ: «Και εγένετο ως η ημέρα αύτη και ιδού ήλθον και άγγελοι του Θεού παραστήναι ενώπιον του Κυρίου, και ο διάβολος ήλθε μετ’αυτών» . Στο βιβλίο της Σοφίας Σολομώντος τονίζεται η δράση του διαβόλου ως συντελεστή της απώλειας της μακαριότητας του ανθρώπου: «φθόνω δε διαβόλου θάνατος εισήλθεν εις τον κόσμον». Επίσης, στην Καινή Διαθήκη οι μαρτυρίες περί διαβόλου είναι πολυπληθείς. Ολόκληρη η ζωή και το έργο του Κυρίου αποβλέπουν στην εξουδετέρωση του σατανά από τη ζωή του ανθρώπου και την εκμηδένιση της τυραννίας του.

 Ο σατανάς θεωρείται ως ο άρχων του κόσμου τούτου, εκείνος που ανακόπτει την επικράτηση της βασιλείας του Θεού επί της γής. Ο Ιησούς υφίσταται τους πειρασμούς από τον διάβολο στην έρημο. Ο σατανάς έρχεται και απομακρύνει τον θείο λόγο ο οποίος σπάρθηκε στους ανθρώπους και επιπροσθέτως σπέρνει ζιζάνια αμαρτίας και πονηρίας. Μνεία των δαιμόνων γίνεται και στην Ιερά Παράδοση. Αιτία της έκπτωσης των δαιμόνων από την αγγελική τάξη και ζωή υπήρξαν η υπερηφάνεια, η έπαρση, η αλαζονεία, η ανταρσία. Οι εκπεσόντες άγγελοι, δηλαδή οι δαίμονες στερήθηκαν τη δυνατότητα τη μετανοίας σε αντίθεση με τον άνθρωπο που μπορεί να μετανοήσει επειδή ακριβώς το σώμα ασθενεί.

Το έργο των δαιμόνων είναι η αντενέργεια στο θέλημα του Θεού. Η υπονόμευση του απολυτρωτικού έργου του Σωτήρα και η αντίδραση στην οικειοποίηση της σωτηρίας εκ μέρους του ανθρώπου. Το έργο του διαβόλου είναι ποικιλόμορφο , αλλά πάντοτε έχει στόχο αρνητικό, καταστρεπτικό , ολέθριο. Στην αρνητική αυτή αποστολή προβαίνουν οι δαίμονες είτε δραστηριοποιούμενοι οι ίδιοι εναντίον των ανθρώπων είτε χρησιμοποιώντας για την επιτέλεση του θεόμαχου τούτου έργου τους ασεβείς εναντίον των ευσεβών, τους απίστους κατά των πιστών. Το έργο των δαιμόνων επιτελείται κατά θεία παραχώρηση. Δηλαδή ο Θεός αφήνει ελεύθερο το πεδίο στους δαίμονες να δρούνε έχοντας ως αντικείμενο ενεργείας τους τον άνθρωπο. Αυτό γίνεται για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος και να φθάσει μετά από πολύ πνευματικό αγώνα στην πνευματική του τελείωση αλλά και για να τιμωρηθεί για τις αμαρτίες και παραβιάσεις του θείου θελήματος που ο ίδιος ο άνθρωπος διαπράττει. Η δράση τους δεν εστιάζεται μόνο στους ανθρώπους οι οποίοι κινούνται εντός των παθών αλλά και σε εκείνους που είναι κοντά στο Θεό.

Με το έργο των δαιμόνων συνδέεται και η μαγεία, η λευκή και η μαύρη. Η μαγεία δεν έχει καμιά σχέση με τον Θεό. Όποιος χρησιμοποιεί την μαγεία επικλήνεται καθαρότατα τον διάβολο.

  Ο άνθρωπος που ζει εν Χριστώ και κατά Χριστόν έχει τη δύναμη να αντιμετωπίσει τις μεθοδεύσεις και τις επιθέσεις του διαβόλου. Κάνοντας χρήση του αυτεξουσίου του ο άνθρωπος μπορεί να αναδειχθεί νικητής στον αγώνα κατά του διαβόλου. Βρισκόμενος ο άνθρωπος σε συνεχή και αδιάλειπτη εγρήγορση και πάντοτε μαζί με την θεία επικοινωνία και κοινωνία καθίσταται ισχυρός και ακατανίκητος. Επιπλέον αντιλαμβάνεται την περιορισμένη δύναμη του ισχυρού σε αντίθετη περίπτωση «πεπτωκότος αγγέλου». Ο Νείλος ο ασκητής μας τονίζει περί τούτου: «Το μέν ούν αμαρτήσαι ανθρώπινον υπάρχει το δε απελπίσαι, σατανικόν και ολέθριον».

Back To Top