skip to Main Content

Κυριακή ΙΣΤ Λουκά Τελώνου και Φαρισαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λουκ. ιη΄ 10-14 (28-01-2018)

Πρεσβυτέρου Χρίστου Κούλενδρου

Πρωτότυπο Κείμενο

Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερὸν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο• ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης• νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ᾿ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων• ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος• ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο Ναό για να προσευχηθούν, ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος ήταν τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά και προσευχόταν αναφερόμενος στον εαυτό του με αυτά τα λόγια: «Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ, γιατί εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους τους ανθρώπους, που είναι κλέφτες, άδικοι, άτιμοι ή και σαν αυτόν τον τελώνη• νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, δίνω το ένα δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματα μου. Και ο τελώνης στεκόταν από μακριά και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό, μόνο χτυπούσε στο στήθος του και έλεγε• Θεέ μου, συγχώρεσε με τον αμαρτωλό. Σας λέγω πως αυτός κατέβηκε στο σπίτι του συγχωρεμένος παρά ο άλλος. Γιατί όποιος υπερηφανεύεται θα ταπεινωθεί, ενώ όποιος ταπεινώνεται θα ανυψωθεί.

Σχολιασμός

Με τη σημερινή παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, η αγία μας εκκλησία μας εισαγάγει στην ευλογημένη περίοδο του τριωδίου.  Μια κατεξοχήν περίοδο Μετανοίας, αλλαγής δηλαδή τρόπου σκέψης και ζωής.  Ο Χριστός θέλοντας να φανερώσει το νόημα της αποστολής Του αλλά και να απαντήσει στους γραμματείς και φαρισαίους που διαμαρτύρονταν για τη συναναστροφή του με τις πόρνες και τους τελώνες, μιλά με μια σειρά σχετικές παραβολές.  Η σημερινή που ως κύριους χαρακτήρες έχει έναν τελώνη και ένα φαρισαίο εξετάζει και τους δυο από απόψεως ψυχολογίας.

Η προσευχή του Φαρισαίου

Είναι γνωστό ότι οι Φαρισαίοι ήταν τάξη θρησκευτική.  Στις μέρες του Χριστού την τάξη αυτή την διέκρινε υπέρμετρος θρησκευτικός ζήλος, τυπολατρεία, εμπάθεια και πίστη σε ανθρώπινες ψευτοσυντηρητικές παραδόσεις που είχαν αντικαταστήσει στη συνείδηση τους το νόμο της γραφής.  Ιδιαιτέρως τους διέκρινε ο εγωισμός και η υποκρισία.  Ο Φαρισαίος ανεβαίνοντας στο ναό για να προσευχηθεί ήταν φυσικό να εκφράσει μέσα από την προσευχή του το περιεχόμενο της καρδιάς του.  Καθώς προείπαμε, ανήκοντας και αυτός στην τάξη των θρησκευόμενων εκείνων ανθρώπων που τηρούσαν όλες τις διατάξεις του νόμου και ακόμα παραπάνω, ένιωθε την αυτάρκεια που δημιουργεί η εξωτερική εικόνα.  Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα και από τον χαρακτηρισμό που οι ίδιοι οι φαρισαίοι απέδιδαν στους εαυτούς τους ως «δικαίους» και «τελείους».  Αρχίζει λοιπόν να προσεύχεται και η προσευχή του δεν είναι τίποτε άλλο από περιαυτολόγιση και καύχηση για την αγιότητά του.  Καταρχήν αυτός δεν είναι όπως τους άλλους.  Η αξία του έγκειται στο ότι οι άλλοι είναι άθλιοι διότι διαφορετικά καταρρέει το περισσότερο μέρος της αρετής του.  Δεύτερον, νηστεύει «δις του σαββάτου».  Σάββατο εδώ εννοεί ολόκληρη την εβδομάδα.  Οι φαρισαίοι νήστευαν τη Δευτέρα και την Πέμπτη, χωρίς αυτό να διατάσσεται από το νόμο.  Το δεύτερο λοιπόν καύχημα του είναι ότι εκτελεί περισσότερα από όσα διατάσσει ο νόμος και κατά κάποιο τρόπο θέλει να πει ότι ο Θεός είναι και υποχρεωμένος απέναντι του.  Τρίτο καύχημα του είναι ότι «αποδεκατοί πάντα όσα κτάται».  Ο μωσαϊκός  νόμος προέβλεπε να καταβάλλουν όλοι οι Ισραηλίτες το ένα δέκατο των γεωργικών και κτηνοτροφικών μόνο προϊόντων τα οποία ήταν και τα κύρια επαγγέλματα της εποχής που δόθηκε ο νόμος.  Μετά αναπτύχθηκαν τα άλλα επαγγέλματα για τα οποία όμως τίποτα δεν προβλεπόταν από αυτόν.  Οι φαρισαίοι ως επί το πλείστον ασχολούνταν με άλλα επαγγέλματα εκτός από γεωργία και κτηνοτροφία.  Ως εκ τούτου τα μόνα προϊόντα για τα οποία οι φαρισαίοι με πολύ ζήλο και ιεροπρέπεια κατέβαλλαν στο ναό το δέκατο ήταν όπως λέει αλλού ο Κύριος, το «άνηθον», το «ηδύοσμον», το «πήγανον», το «κύμινον» και άλλα τέτοια άνθη, που καλλιεργούσαν σε γλάστρες.  Ενώ ο αμαρτωλός λαός, όπως τον χαρακτήριζαν οι φαρισαίοι, κατέβαλλε κάθε χρόνο εκτός από τους άλλους φόρους και το 10% από το σιτάρι ή από τα άλλα προϊόντα της γης και της ποίμνης στο ναό.  Για τους «αμαρτωλούς» η θρησκεία ήταν δαπανηρή και χωρίς κανένα καύχημα, ενώ για τους «άγιους» φαρισαίους ήταν αδάπανη και πηγή καυχημάτων.

Η Μετάνοια του τελώνη

Ταυτόχρονα όμως με το Φαρισαίο ανέβηκε και ο Τελώνης στο ναό για να προσευχηθεί και δεν τολμούσε «ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων’  Ο Θεός ιλάθητι μοι τω αμαρτωλώ».  Είναι γεγονός ότι ο τελώνης κατά την αρχαιότητα ήταν ο αντιπροσωπευτικός τύπος του διευφθαρμένου ανθρώπου.  Αυτό φαίνεται και από τα λόγια του Κυρίου•  «Έστω σοι ώσπερ ο εθνικός και ο Τελώνης» ή «Τελώναι και πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού».

Με αυτή λοιπόν την αίσθηση της αραρτωλώτητας και της ανεπάρκειας που δημιουργεί η απουσία του Θεού, ξεκινά η αληθινή μετάνοια του τελώνη που είναι υπόδειγμα μετανοημένου αμαρτωλού.  Είναι γι’ αυτούς που είπε ο Κύριος «ουκ ήλθον καλέσαι δικαίους» και εννοεί εδώ όλους όσους αυτοδικαιόνονται μπροστά στο Θεό, «αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν».

Έχοντας λοιπόν ακράδαντη πίστη στους λόγους του Κυρίου ότι «Τελώναι και πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού» ας είναι όλη μας η ζωή μια προσπάθεια κάθαρσης της ψυχής μας από την υπερηφάνεια και καθώς λένε και οι πατέρες της εκκλησίας μας είναι προτιμότερο αφού αμαρτάνουμε να μετανοούμε και να ταπεινωνόμαστε, παρά να έχουμε πνευματικά επιτεύγματα και να υπερηφανευόμαστε.

Back To Top