skip to Main Content

ΕΝΑΡΞΗ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ, ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ «ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΤΑΞΕΩΣ» (3 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011)

Πραγματοποιείται στην Κύπρο, από τις 2-9 Μαρτίου, συνάντηση Ορθοδόξων εκπροσώπων, μελών της Επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως» από το σύνολο σχεδόν των Ορθοδόξων Εκκλησιών και εκπροσώπων των Ανατολικών Εκκλησιών για να μελετήσουν από κοινού και να συντάξουν την απάντησή τους επί του εκκλησιολογικού κειμένου της Επιτροπής Πίστεως και Τάξεως «Η φύση και η αποστολή της Εκκλησίας». Η συνάντηση φιλοξενείται από την Εκκλησία Κύπρου και οργανώνεται από τη Μητρόπολη Κωνσταντίας και Αμμοχώστου. Οι εργασίες θα διεξαχθούν σε Ξενοδοχείο στην Αγία Νάπα.

 Το κείμενο αυτό, αποτέλεσμα μακροχρόνιων θεολογικών συζητήσεων, με σημαντική συμμετοχή Ορθοδόξων θεολόγων, που άρχισαν με αφορμή το γνωστό κείμενο της Επιτροπής με τον τίτλο «Βάπτισμα, Ευχαριστία, Ιερωσύνη», κρίνεται ως ένα από τα σημαντικά κείμενα της «Πίστεως και Τάξεως» και ο στόχος είναι να αποκτήσει το ίδιο κύρος και σημασία όπως και το προηγούμενο.

 Των εργασιών της Συναντήσεως θα προεδρεύσει ο Εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Σασίμων Γεννάδιος. Οι Ορθόδοξοι Εκπρόσωποι θα κάνουν εισηγήσεις επί των διαφόρων θεματικών του κειμένου και, έπειτα από συζήτηση των εκκλησιολογικών και γενικότερα των θεολογικών θεμάτων, θα οριστικοποιήσουν την κοινή θέση τους επί του κειμένου.

Μέχρι σήμερα, παρά τη δέσμευσή τους, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες δεν έχουν αποστείλει τις παρατηρήσεις τους επί του εν λόγω κειμένου. Επειδή δε, έπειτα από την απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Πίστεως και Τάξεως το 2009 στην Κρήτη για σύνταξη νέου κειμένου επί τη βάσει των παρατηρήσεων των Εκκλησιών, καθίσταται επείγουσα η ανάγκη να υπάρχει ορθόδοξη απάντηση για να ληφθεί υπ’ όψη στο νέο κείμενο. Έτσι, η Γενική Γραμματεία του Παγκοσμίου Συμβουλίου πρότεινε και προώθησε την παρούσα Συνάντηση.

Με την ευκαιρία της Συναντήσεως, ο Γενικός Γραμματέας του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών Δρ. Olav Tveit θα παραστεί και θα χαιρετήσει τους Συνέδρους, όπως και ο Διευθυντής της Επιτροπής Δρ. John Gibaut.

Ο Γενικός Γραμματέας του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, συνοδευόμενος από τον Αναπληρωτή Γενικό Γραμματέα κ. Γεώργιο Λαιμόπουλο, θα έχει ιδιαίτερη συνάντηση με τον Εξοχότατο Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια και με τον Προκαθήμενο της Εκκλησίας Κύπρου Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο κ. κ. Χρυσόστομο.

 Υπενθυμίζεται ότι ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας – Αμμοχώστου Βασίλειος είναι Πρόεδρος (Moderator) της Επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως».

Με την εναρκτήρια Δοξολογία που τελέστηκε προϊσταμένου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου, στο Καθολικό της Ιεράς Μονής της Αγίας Νάπας, ξεκίνησαν οι εργασίες της Συνελεύσεως των Ορθοδόξων Εκπροσώπων της Επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως» του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.  Πρόεδρος της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» είναι ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κωνσταντίας και Αμμοχώστου κ. Βασίλειος.
Μετά το πέρας της Δοξολογίας ο Μακαριώτατος ευχήθηκε ευόδωση των εργασιών της Συνελεύσεως, ενώ ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κωνσταντίας κ. Βασίλειος ξενάγησε τους φιλοξενουμένους στους ανακαινιζόμενους χώρους της Ιεράς Μονής Παναγίας Αγίας Νάπας και αναφέρθηκε στο ιστορικό της Μονής. Στη συνέχεια οι Σύνεδροι μετέβησαν στο ξενοδοχείο «Pavlo Napa», όπου ξεκίνησαν τις εργασίες τους με τον Χαιρετισμό του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου.
Η Συνέλευση που φιλοξενείται από την Εκκλησία της Κύπρου και οργανώνεται από την Μητρόπολη Κωνσταντίας θα διαρκέσει από σήμερα 3 Μαρτίου μέχρι και τις 8 Μαρτίου και θα ασχοληθεί με τη μελέτη από κοινού και τη σύνταξη απάντησης επί του εκκλησιολογικού κειμένου της Επιτροπής Πίστεως και Τάξεως: «Η φύση και η αποστολή της Εκκλησίας».  Το κείμενο αυτό, αποτέλεσμα μακροχρόνιων θεολογικών συζητήσεων, με σημαντική συμμετοχή Ορθοδόξων θεολόγων, που άρχισαν με αφορμή το γνωστό κείμενο της Επιτροπής με τον τίτλο «Βάπτισμα, Ευχαριστία, Ιερωσύνη», κρίνεται ως ένα από τα σημαντικά κείμενα της «Πίστεως και Τάξεως» και ο στόχος είναι να αποκτήσει το ίδιο κύρος και σημασία όπως και το προηγούμενο.
Των εργασιών της Συναντήσεως θα προεδρεύσει ο Εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Σασίμων κ. Γεννάδιος. Οι Ορθόδοξοι Εκπρόσωποι θα κάνουν εισηγήσεις επί των διαφόρων θεματικών του κειμένου και, έπειτα από συζήτηση των εκκλησιολογικών και γενικότερα των θεολογικών θεμάτων, θα οριστικοποιήσουν την κοινή θέση τους επί του κειμένου.

Μέσα στα πλαίσια της Συνάντησης των Ορθοδόξων Μελών της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις», του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ) πραγματοποιήθηκαν σήμερα εθιμοτυπικές συναντήσεις του Γενικού Γραμματέα του ΠΣΕ Αιδεσιμ. Δρ. Όλαβ Τβέιτ, του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σασίμων κ. Γενναδίου, Προέδρου της παρούσας Συνέλευσης, του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κωνσταντίας και Αμμοχώστου κ. Βασιλείου, Προέδρου της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» και του Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα του ΠΣΕ κ. Γεώργιου Λεμόπουλου με τον Εξοχότατο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια στο Προεδρικό Μέγαρο και με τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. Χρυσόστομο στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου. Στις συναντήσεις συζητήθηκαν θέματα κοινού ενδιαφέροντος.
 Υπενθυμίζεται ότι η παρούσα Συνέλευση φιλοξενείται από την Εκκλησία της Κύπρου και οργανώνεται από την Μητρόπολη Κωνσταντίας, θα διαρκέσει από σήμερα 3 Μαρτίου μέχρι και τις 8 Μαρτίου και θα ασχοληθεί με τη μελέτη από κοινού και τη σύνταξη απάντησης επί του εκκλησιολογικού κειμένου της Επιτροπής Πίστεως και Τάξεως: «Η φύση και η αποστολή της Εκκλησίας».

Στη συνέχεια παραθέτουμε τον χαιρετισμό του Μακαριωτάτου:

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ Α.Μ. ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
κ.κ ΧΡΥΣΤΟΜΟΥ Β´
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ
ΠΡΟΣ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ «Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ «ΠΙΣΤΗ & ΤΑΞΗ» ΤΟΥ Π.Σ.Ε
3 Μαρτίου 2011

Μέ ἰδιαίτερη χαρά χαιρετίζουμε τήν πρωτοβουλία τοῦ ἀγαπητοῦ ἐν Χριστῷ Ἀδελφοῦ, Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κωνσταντίας κ. Βασιλείου, νά συγκαλέσει σήμερα ἐδῶ, στήν παλαίφατο, ἀλλά καί ἡμικατεχόμενη, ἐπαρχία του, τήν ὀρθόδοξη αὐτή Συνάντηση, γιά νά μελετηθεῖ καί συζητηθεῖ ἕνα πάρα πολύ βασικό καί οὐσιῶδες θέμα τῆς πίστεώς μας˙ αὐτό τῆς φύσης καί ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀφοῦ κατ᾽ ἀρχάς σᾶς καλωσορίσουμε στή νῆσό μας καί σᾶς εὐχηθοῦμε καλή παραμονή, στή συνέχεια θά θέλαμε νά τονίσουμε ὅτι τό θέμα αὐτό εἶναι ζωτικῆς σημασίας, διότι ἡ ζωή καί ἡ πορεία τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅλους αὐτούς τούς αἰῶνες, κατανοήθηκε καί βιώθηκε ὡς Ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία εἶναι προπάντων ἐκκλησιολογική. Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τό κεντρικό μυστήριο τοῦ Χριστιανισμοῦ, τόν ἴδιο τόν Χριστιανισμό. Ὁ Χριστιανισμός δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ διαφορετικά, παρά μόνο ὡς Ἐκκλησία, διότι μέσα στόν κόσμο, ἀπό τήν ἀρχή τῆς ὑπάρξεώς του, ἐμφανίστηκε ὡς Ἐκκλησία, ὡς τό πραγματικό Σῶμα τοῦ Θεοῦ, πού πῆρε ἀνθρώπινη σάρκα, τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, σχετικά μέ τό θέμα αὐτό, εἶναι πολύ διαφωτιστική. Γράφει στούς Κορινθίους, ὅτι οἱ Χριστιανοί εἶναι «ναός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Β΄ Κορ. στ΄, 16) καί «σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους» (Α΄, Κορ. ιβ΄, 27).
Μέ τό μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως «ὁ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί», ἔγινε σῶμα, καί τήν Ἐκκλησία, δηλαδή τούς πιστούς, τούς ἔκαμε δικό Του σῶμα. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία, ὡς τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελεῖ τή συνέχιση, τήν παράταση, τήν ἐπέκταση καί τήν ἐκπλήρωση τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, μέ τήν ἐνσάρκωσή Του, «Ἐκκλησίας σάρκα ἀνέλαβε» (Ἰωάννη Χρυσοστόμου PG 52, 429) καί ἔγινε ὁμοούσιος πρός τή φύση τῆς Ἐκκλησίας, ἀπαρχή τοῦ σώματος καί Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, μέ σιγουριά καί ἀσφάλεια μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, μέ ὅσους εἶναι ἑνωμένοι μαζί Του. Γράφει πάλιν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Καθάπερ γάρ καί σῶμα καί κεφαλή εἷς ἐστιν ἄνθρωπος, οὕτω τήν Ἐκκλησίαν καί τόν Χριστόν ἕν ἔφησεν (ὁ Ἀπόστολος) εἶναι» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου PG 61, 250). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν κατ’ ἐξοχή ἐκκλησιολογική του ἐπιστολή, πρός Ἐφεσίους, γράφει ὅτι ὁ Θεός «αὐτόν (τόν Χριστόν) ἔδωκε κεφαλήν ὑπέρ πάντα τῇ ἐκκλησία, ἥτις ἐστί τό σῶμα αὐτοῦ, τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» (Ἐφεσ. α΄, 22-23). Ἑρμηνεύοντας ὁ ἱερός Χρυσόστομος τό χωρίο αὐτό, λέγει, ὅτι ἡ λέξη «πλήρωμα» προσδίδει στή λέξη «κεφαλή» τήν πραγματική της σημασία καί τήν ἀναδεικνύει στήν κυριολεκτική της ἔννοια, ἐκφράζοντας μέ αὐτόν τόν τρόπο τήν ὀντολογική καί ἀδιαχώριστη ἕνωση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν Ἐκκλησία, δηλαδή τούς πιστούς.
Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, δέν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ἤ ἕνας ὀργανισμός, ἤ ἕνα σωματεῖο. Εἶναι ὁ Χριστός, ὡς Κεφαλή, καί οἱ πιστοί, ὡς τά μέλη της. Ὅλο δέ τό σῶμα πληροῦται ἀπό τόν Χριστό. Ὅταν εἴμαστε «συνημμένοι» καί «συγκεκολλημένοι» μέ τήν Κεφαλή μας, δηλαδή τόν Χριστό, τότε εἴμαστε Ἐκκλησία, τότε δεχόμαστε μέσα μας τό πλήρωμα τῆς χάριτος τῆς θεότητάς Του.
Ἡ ἑνότητα αὐτή τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας πραγματώνεται καί ἐκφράζεται πληρέστερα στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Σ’ αὐτό τό μυστήριο ἡ Ἐκκλησία, δηλαδή οἱ πιστοί, κοινωνοῦν κατά τόν πιό πραγματικό τρόπο μέ τόν ἴδιο τόν Χριστό καί γίνονται «σύσσωμοι» Αὐτοῦ καί «μέτοχοι τοῦ Χριστοῦ». (Ἑβρ. γ΄, 14). Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, τό «μέτοχοι γεγόναμεν τοῦ Χριστοῦ» σημαίνει ὅτι «ἕν γενόμεθα ἡμεῖς καί αὐτός• εἴπερ αὐτός μέν κεφαλή, σῶμα δέ ἡμεῖς, συγκληρονόμοι καί σύσσωμοι. Ἕν σῶμα ἐσμέν, ἐκ τῆς σαρκός αὐτοῦ καί ἐκ τῶν ὀστέων αὐτοῦ» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου PG 63, 56).
Σέ ἄλλο σημεῖο, ὁ ἴδιος Πατήρ λέγει χαρακτηριστικά: «αὐτός (ὁ Χριστός) ἡ κεφαλή, ἡμεῖς τό σῶμα• μή δύναται μέσον τι εἶναι κεφαλῆς καί σώματος διάστημα κενόν; αὐτός θεμέλιος, ἡμεῖς οἰκοδομή• αὐτός ἄμπελος, ἡμεῖς τά κλήματα• αὐτός νυμφίος, ἡμεῖς νύμφη• αὐτός ὁ ποιμήν, ἡμεῖς τά πρόβατα… Ταῦτα πάντα ἕνωσιν ἐμφαίνει, καί οὐδέν μέσον κενόν ἀφίησιν εἶναι, οὐδέ τό μικρότατον» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου PG 61, 72-73). Καί σέ ἄλλη περίπτωση θά σημειώσει: «Καί αὐτόν (τόν Χριστόν) ἔδωκε κεφαλήν ὑπέρ πάντα τῇ Ἐκκλησίᾳ. Βαβαί, ποῦ πάλιν καί τήν Ἐκκλησίαν ἀνήγαγεν! Ὥσπερ διά τινος ἕλκων μηχανῆς, εἰς ὕψος αὐτήν ἀνήγαγε μέγα, καί αὐτήν ἐκάθισεν εἰς ἐκεῖνον τόν θρόνον. Ἔνθα γάρ ἡ κεφαλή, ἐκεῖ καί τό σῶμα• οὐδενί γάρ μέσῳ διείργεται ἡ κεφαλή, καί τό σῶμα• εἰ γάρ διείργετο, οὐκ ἄν εἴη σῶμα, οὐκ ἄν εἴη κεφαλή» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου PG 62, 26).
Μέσα ἀπό αὐτήν τήν περιγραφή τῆς φύσης τῆς Ἐκκλησίας, ἀναπόφευκτα προκύπτει καί ἡ ἀποστολή της. Παρ᾽ ὅτι ἡ Ἐκκλησία  εἰς οὐδεμίαν περίπτωση παραβλέπει τίς ὑλικές ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κυρίως ἀποστολή της εἶναι νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο σέ κοινωνία μέ τόν ἐν Τριάδι Θεό καί νά τόν κάνει Ἐκκλησία, δηλαδή μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὀντολογική ἕνωσή του μέ τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ θά τόν ὁλοκληρώσει ὡς ἄνθρωπο, ὥστε αὐτός νά μπορεῖ μέσα στήν κοινωνία νά ζεῖ καί νά συμπεριφέρεται ὡς θεούμενος καί πνευματικός ἄνθρωπος. Ἄς μήν ξεχνοῦμε ὅτι ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό πληρώνει τόν ἄνθρωπο, διά τοῦ πάντα, καί ἐν πᾶσι, πληρωμένου Θεανθρώπου Ἰησοῦ. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ μαρτυρία τοῦ Εὐαγγελιστῆ καί  Θεολόγου Ἰωάννη, ὅτι σέ ἐκεῖνον πού φθάνει, διά τῆς διδασκαλίας καί ζωῆς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, στήν κοινωνία μετά τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ, ἡ χαρά του εἶναι «πεπληρωμένη» (Α´ Ἰωάν. α´, 1-4).
Στήν ἐποχή μας ἡ Ἐκκλησιολογία καί ὁ ρόλος της μέσα στήν κοινωνία βρέθηκαν στό ἐπίκεντρο τῶν θεολογικῶν ἐνδιαφερόντων σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη. Πολλές μελέτες εἶδαν τό φῶς τῆς δημοσιότητος γύρω ἀπό τά ἐκκλησιολογικά θέματα, ὅπως εἶναι καί ἡ παροῦσα μελέτη, τήν ὁποία θά μελετήσετε στή σύναξή σας. Ἐντούτοις, ἔχουν ἐμφανισθεῖ καί πολλά προβλήματα καί κίνδυνοι σχετικά μέ τή Θεολογία τῆς Ἐκκλησιολογίας, ἰδιαίτερα μέσα στήν οἰκουμενική κίνηση. Γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀνάγκη, σέ μία ἐποχή, στήν ὁποία κυριαρχεῖ ἡ πνευματική ἀναζήτηση, νά ἐμβαθύνουμε συνεχῶς στίς πηγές τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησιολογίας, γιά νά προέλθει ἀπό τίς πηγές αὐτές ἡ αὐθεντική καί ἀδιαμφισβήτητη μαρτυρία γιά τήν πίστη, τή συνείδηση καί τήν ἀποστολή τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ. Συνεπῶς, ἡ ἐργασία, πού καλούμαστε νά κάνουμε, ὡς Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δέν πρόκειται γιά μία ἑρμηνεία «ὁμολογιακή» τῆς Ἐκκλησιολογίας, σέ ἀντιδιαστολή μέ τίς ἄλλες «ὁμολογίες» καί «Ἐκκλησίες» μέσα στήν οἰκουμενική κίνηση, ἀλλά γιά μαρτυρία τῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων, δηλαδή γιά τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν» μέσα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν Ὀρθοδοξία ὡς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, στήν ὁποία ζεῖ καί βιώνεται «τό Μέγα τῆς εὐσεβείας Μυστήριον, Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί», δηλαδή τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.
Καταθέτοντας αὐτές τίς σκέψεις, θά θέλαμε νά σᾶς εὐχαριστήσουμε γιά τήν ἐδῶ παρουσία σας καί νά σᾶς εὐχηθοῦμε, ὁ Θεός νά φωτίσει καί καθοδηγήσει τίς διάνοιές σας, ὥστε νά ὁλοκληρώσετε τό ἔργο σας μέ ἐπιτυχία καί νά θέσετε τά πορίσματά σας ἐνώπιον τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν μας, γιά νά ἀποτελέσουν τή βάση, πάνω στήν ὁποία θά στηριχθοῦμε γιά τήν ὀρθόδοξη μαρτυρία μας σ᾽ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη.

Του Α. ΒΙΚΕΤΟΥ

Ευλαβικό προσκύνημα στην ιστορική Μονή του Αποστόλου Βαρνάβα, ιδρυτή και προστάτη της Εκκλησίας Κύπρου, αλλά και στα ερείπια της βασιλικής –κοντά στην αρχαία Σαλαμίνα-του Αγίου Επιφανίου, πρώτου Επισκόπου Κωνσταντίας πραγματοποίησαν την Κυριακή,με επικεφαλής το Μητροπολίτη Κωνσταντίας – Αμμοχώστου Βασίλειο, Ιεράρχες, κληρικοί , αλλά και τα λαϊκά μέλη της Επιτροπής  «Πίστις και Τάξις»του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (ΠΣΕ). Επίσης , περιδιάβασαν στον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας, ατένισαν από μικρή απόσταση την περίκλειστη από τον τουρκικό στρατό περιοχή,την «πόλη-φάντασμα» της Αμμοχώστου και είδαν το μεσαιωνικό τμήμα της πόλης με τα σημαντικά μνημεία του.

Ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας Βασίλειος, ο οποίος το 1960 εντάχθηκε στη Μονή του Αποστόλου Βαρνάβα ), όπου παρέμεινε μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974, μίλησε στα μέλη του ΠΣΕ για τις τραγικές εκείνες μέρες και το ορφάνεμα της Μονής. Τους εξήγησε ότι η Μονή αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα της Κύπρου και ότι η ίδρυση της ανάγεται στα τέλη του 5ου αι από τον Αρχιεπίσκοπο Ανθέμιο και κτίστηκε δίπλα από τον τάφο του Αποστόλου Βαρνάβα,μέσα στον οποίο το 478 μ.Χ. αποκαλύφθηκαν τα οστά του Αγίου και το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Αποτέλεσμα αυτής της αποκάλυψης ήταν η κήρυξη της Εκκλησίας της Κύπρου σε Αυτοκέφαλη από τον Αυτοκράτορα Ζήνωνα (474 – 491 μ.Χ.). Η εκκλησία του Ανθέμιου καταστράφηκε σε κάποια φάση και κατά τον 17ο και στη θέση της κτίστηκε ο σημερινός ναός. Τους τόνισε ότι όλες οι εκκλησίες και μονές στα κατεχόμενα λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν, εκτός από αυτή του Αποστόλου Βαρνάβα, του Αγίου Μάμα στη Μόρφου , του Αρχαγγέλου στην Κερύνεια , που το καθεστώς τις χρησιμοποιεί ως «μουσεία» , της Μονής του Αποστόλου Ανδρέα στο Ριζοκάρπασο και δυο –τρεις εκκλησίες στην περιοχή της Καρπασίας. Ειδικά για τον Απόστολο Βαρνάβα τους ανέφερε ότι οι αρχικές εικόνες του εικονοστασίου έχουν εξαφανιστεί και τους εξήγησε την τοιχογραφία , που αναπαριστάνει το όραμα του Ανθεμίου, τον τάφο του ιδρυτή της Εκκλησίας Κύπρου και τα προνόμια , τα οποία ο αυτοκράτορας Ζήνων παραχώρησε στον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο Κύπρου.

Τα μέλη του ΠΣΕ κατήλθαν με δέος στον τάφο του Αποστόλου Βαρνάβα και έψαλαν το απολυτίκιο του.

salamis2.JPG

Καθ΄οδόν προς τον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας ο Κωννσταντίας Βασίλειος τους έδειξε το δρόμο, ο οποίος οδηγεί στο χωριό τους, τις Μάνδρες Αμμοχώστου, και τους ανέφερε ότι έξω από το χωριό βρίσκεται το Μοναστήρι της Παναγίας Τοχνίου, το οποίο έχει λεηλατηθεί.

Ιδιαίτερα συγκινητική ήταν η επίσκεψη στα ερείπια της βασιλικής του Αγίου Επιφανίου πρώτου επισκόπου Κωνσταντίας, ο οποίος θεωρείται ως ο «πατέρας» του αυτοκεφάλου της Εκκλησίας Κύπρου.

Ο κ. Βασίλειος ανέφερε στους φιλοξενούμενους του ότι η  ενθρόνιση του ως Μητροπολίτη Κωνσταντίας και Αμμοχώστου έγινε στις 12 Μαίου του 2007, μέρα που εορτάζεται η μνήμη του Αγίου Επιφανίου.

Όλα τα μέλη του ΠΣΕ χαρακτήρισαν πολύ σημαντική την πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Κωνσταντίας για την οργάνωση του προσκυνήματος στους ιστορικούς και λατρευτικούς χώρους στην κατεχόμενη Αμμόχωστο.

Ο επίσκοπος Μπρανιτσέβου Ιγνάτιος τους Πατριαρχείο Σερβίας δήλωσε στον «Φ» συγκλονισμένος και είπε ότι ήταν η πρώτη φορά, αν και έχει επισκεφθεί πολλές φορές την Κύπρο, που βρέθηκε στον Απόστολο Βαρνάβα , στον Άγιο Επιφάνιο και στην Αμμόχωστο. Εξέφρασε τη  ελπίδα σύντομα να εγκατασταθεί στον Απόστολο Βαρνάβα αδελφότητα μοναχών και τόνισε ότι η Κύπρος πρέπει να επανενωθεί και ο λαός της να ζήσει ειρηνικά. «Νιώθω πολύ το πρόβλημα σας , γιατί έχουν την εμπειρία του Κοσυφοπεδίου», πρόσθεσε.

Ο αναπληρωτής γ.γ. του ΠΣΕ κ. Λαιμόπουλος ήταν με βουρκωμένα μάτια , καθώς γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πρίγκηπο . Τα συναισθήματα είναι πολύ έντονα και μου είναι αδύνατο αυτή τη στιγμή να τα εκφράσω με λόγια, σημείωσε .

Ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας Βασίλειος δήλωσε στον «Φ» ότι θεωρεί χρέος του να παίρνει τους ξένους του στην κατεχόμενη πόλη , στο μοναστήρι του Αποστόλου Βαρνάβα και στη βασιλικά του Αγίου Επιφανίου. Θέλουμε να τους κάνουμε συμπαραστάτες στον αγώνα μας για βιώσιμη λύση του κυπριακού και για να ξαναλειτουργήσουμε τις εκκλησίες μας , εξήγησε. « Προσωπικά πάντα συγκινούμαι. Οι αναμνήσεις δεν σβήνουν, όπως και η θλίψη για τη σημερινή κατάσταση», συμπλήρωσε ο Κωνσταντίας Βασίλειος.

Νωρίτερα , την Κυριακή το πρωί τελέστηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στο Παραλίμνι, προσωρινή έδρα λόγω της τουρκικής κατοχής,της Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου, Αρχιερατικό συλλείτουργο. Προέστη ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας Βασίλειος, Πρόεδρος της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» με συλλειτουργούς τους Μητροπολίτες Μεσσηνίας Χρυσόστομο και τον Επίσκοπο Ιγνάτιο του Πατριαρχείου Σερβίας.

Ο Κωνσταντίας Βασίλειος ανέφερε στο εκκλησίασμα ότι ο Εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου  Μητροπολίτης Σασίμων Γεννάδιος, ο οποίος προεδρεύει της συνάντησης, αναχώρησε έπρεπε να βρίσκεται στην Πόλη, όπου στην Ιερά Μονή Βαλουκλή έγινε ο ενταφιασμός των λειψάνων του Πατριάρχου Κωνσταντίνου ΣΤ΄, ο οποίος το 1925 απελάθηκε από την Τουρκία και όταν κοιμήθηκε ενταφιάστηκε στην Αθήνα.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ» Κύπρου στις 10-3-2011

salamis1.JPG

Ολοκληρώθηκαν αργά το βράδυ της 8ης Μαρτίου 2011 οι εργασίες της Συνελεύσεως των Ορθοδόξων Εκπροσώπων Μελών της Επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως» του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.  Η Συνέλευση που πραγματοποιήθηκε σε ξενοδοχείο στην Αγία Νάπα, φιλοξενήθηκε από την Εκκλησία της Κύπρου, οργανώθηκε από την Ιερά Μητρόπολη Κωνσταντίας – Αμμοχώστου και διήρκεσε από 3 μέχρι και 8 Μαρτίου.  Η Συνέλευση ασχολήθηκε με τη μελέτη από κοινού και τη σύνταξη απάντησης επί του εκκλησιολογικού κειμένου της Επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως»: «Η φύση και η αποστολή της Εκκλησίας».  Μετά τη λήξη των εργασιών της Συνελεύσεως εκδόθηκε σχετικό ανακοινωθέν, το οποίο αναφέρει:

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ
«Η ΦΥΣΙΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
(Κείμενο 198, 2005 της Επιτροπής Πίστεως και Τάξεως)
Αγία Νάπα/ Παραλίμνι, Κύπρος, 2 – 9 Μαρτίου 2011

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ

1. Κατόπιν προσκλήσεως του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, της αβραμιαίας φιλοξενίας της Αυτού Μακαριότητος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. κ. Χρυσοστόμου και υπό την αιγίδα του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κωνσταντίας – Αμμοχώστου κ. Βασιλείου, προεδρεύοντος του Σεβασμιότατου Μητροπολίτου Σασίμων κ. Γενναδίου (Οικουμενικόν Πατριαρχείον) και του Μητροπολίτου Δαμιέτης κ. Bishoy (Κοπτική Εκκλησία), σαράντα εκπρόσωποι, αρχιερείς, ιερείς, διάκονοι, καθηγητές Πανεπιστημίου, λαϊκοί (άνδρες και γυναίκες) και νέοι, προερχόμενοι από όλες σχεδόν τις Ορθόδοξες και Ανατολικές Εκκλησίες, μέλη του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.) και της Επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως», συναντήθηκαν στην Ιερά Μητρόπολη Κωνσταντίας – Αμμοχώστου στην Αγία Νάπα της Κύπρου από τις 2 μέχρι και τις 9 Μαρτίου 2011. Σκοπός της συναντήσεως αυτής ήταν να δοθεί απάντηση στο εκκλησιολογικό κείμενο με αριθμό 198 της Επιτροπής Πίστεως και Τάξεως που φέρει τον τίτλο «Η φύση και η αποστολή της Εκκλησίας». Ήταν ιδιαίτερη τιμή η παρουσία και του Γενικού Γραμματέως του Π.Σ.Ε., Dr. Olav Fykse Tveit και του Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέως κ. Γεωργίου Λαιμοπούλου.
2. Η επιτροπή «Πίστεως και Τάξεως» τον Δεκέμβριο του 2005 δημοσίευσε την τελευταία μορφή της μελέτης για την εκκλησιολογία υπό τον τίτλο «Η φύση και η αποστολή της Εκκλησίας». Σκοπός του κειμένου είναι να θέσει κοινά αποδεκτές από τις Εκκλησίες μέλη του Π.Σ.Ε. εκκλησιολογικές βάσεις περί της Εκκλησίας, περί της φύσεως και αποστολής της Εκκλησίας, και να εντοπίσει τα θέματα και τις εκκλησιολογικές δυσκολίες που συνεχίζουν να διαιρούν τις Εκκλησίες σήμερα. Αυτό το σημαντικό κείμενο έχει ήδη αποσταλεί επίσημα στις Εκκλησίες μέλη του Π.Σ.Ε. με την πρόσκληση  να το μελετήσουν και να το αξιολογήσουν, λαμβάνοντας θέση για το περιεχόμενο του συγκεκριμένου κειμένου. Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες με εκπροσώπους τους συμμετείχαν στη συντακτική επιτροπή.
3. Κατόπιν τούτου, είχε προταθεί από το Π.Σ.Ε. να συγκληθεί Διορθόδοξη Συνδιάσκεψη, με τη συμμετοχή των Ορθοδόξων Εκκλησιών και των Προχαλκηδονίων Ανατολικών Εκκλησιών ώστε να μελετήσουν, να συζητήσουν και να καταγράψουν την κοινή τους θέση επί του κειμένου. Ο μοναδικός σκοπός της συναντήσεως αυτής είναι να υποβοηθήσει τις Ορθόδοξες και τις Ανατολικές Εκκλησίες ώστε να διατυπώσουν την «κοινή απάντησή» τους εκ μέρους όλων των Ορθοδόξων και των Ανατολικών Εκκλησιών για το σημαντικό αυτό εκκλησιολογικό κείμενο. Η σύγκληση τέτοιας Διορθοδόξου Συνδιασκέψεως δεν είναι ασύνηθες. Διάφορες παρόμοιες συνδιασκέψεις έχουν ήδη σχεδιασθεί και έχουν πραγματοποιηθεί από το Π.Σ.Ε. και στο παρελθόν, υποβοηθώντας τη διαδικασία έκφρασης κοινής Ορθοδόξου θέσεως και συμβολής σε σημαντικές μελέτες του Π.Σ.Ε.
4. Μέλη από σχεδόν όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες ήσαν παρόντα στη Συνδιάσκεψη αυτή, όπως: από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τα Πατριαρχία, Αντιοχείας, Μόσχας, Σερβίας, Ρουμανίας, από τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες Κύπρου, Ελλάδος, Αλβανίας, Τσεχίας και Σλοβακίας, καθώς επίσης και εκ μέρους των Ανατολικών Εκκλησιών, όπως της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας του Etchmiadzin, της Κοπτικής Εκκλησίας, της Εκκλησίας της Μαλανκάρας, καθώς επίσης μέλη του προσωπικού του Π.Σ.Ε., της Επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως» και άλλων φιλοξενουμένων. Εκπρόσωποι άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, ενώ δήλωσαν συμμετοχή, τελικώς δεν κατέστη δυνατό να προσέλθουν.
5. Παράλληλα με τις συζητήσεις των διαφόρων θεμάτων, το πρόγραμμα περιελάμβανε προσευχή και επισκέψεις σε τοπικές ενορίες. Την πρώτη μέρα της Συνδιάσκεψης, 3 Μαρτίου τελέσθηκε Δοξολογία στην Ιερά  Μονή Παναγίας Αγίας Νάπας, προϊσταμένου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. κ. Χρυσοστόμου. Κατά την εναρκτήρια τελετή ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σασίμων κ. Γεννάδιος εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του και τις ευχαριστίες του προς την Αυτού Μακαριότητα τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. κ. Χρυσόστομο για τη γενναιόδωρη φιλοξενία του, και υπογράμμισε την προσπάθεια του Αρχιεπισκόπου για την εξάλειψη των διαχωριστικών γραμμών που υπάρχουν στη χώρα του και οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. Περαιτέρω, ο Μητροπολίτης Σασίμων πρόσθεσε ότι τα διαχωριστικά τείχη και οι διαιρέσεις ακόμη υπάρχουν στον κόσμο και μια από τις προτεραιότητές μας ως Ορθόδοξων είναι να συνεχίσουμε τον αγώνα για ειρήνη, συμφιλίωση και φιλία ανάμεσα στους λαούς και τα έθνη. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, στην πρώτη εναρκτήρια Συνεδρία, με βαθύ εκκλησιολογικό λόγο, χαιρέτισε τους Συνέδρους και υπογράμμισε ότι «η ορθόδοξη Θεολογία είναι κυρίως εκκλησιολογική».  «Ο Χριστιανισμός, είπε, δεν μπορεί να ερμηνευθεί χωρίς την Εκκλησία». Ο Γενικός Γραμματέας του Π.Σ.Ε. Dr. Olav Fykse Tveit εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τον Μακαριώτατο για τη φιλοξενία και την έμπρακτη ένδειξη της πιστότητας της Εκκλησίας Κύπρου στην Οικουμενική Κίνηση, ιδρυτικό μέλος του Π.Σ.Ε., καθώς επίσης και προς τον Μητροπολίτη Κωνσταντίας – Αμμοχώστου κ. Βασίλειο, πρόεδρο της επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως» για την οργάνωση και φιλοξενία της Συνδιασκέψεως αυτής στη Μητρόπολή του και για την προσφορά του στο έργο της Επιτροπής.
6. Το απόγευμα ο Γενικός Γραμματέας του Π.Σ.Ε. Dr. Olav Fykse Tveit, ο Μητροπολίτης Σασίμων Γεννάδιος, υπό την ιδιότητα του Αντιπροέδρου της Κεντρικής Επιτροπής του Π.Σ.Ε., ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας Βασίλειος, πρόεδρος της «Πίστεως και Τάξεως» και ο κ. Γεώργιος Λαιμόπουλος, Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του Π.Σ.Ε., επισκέφθηκαν την Αυτού Μακαριότητα τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. κ. Χρυσόστομο στην Αρχιεπισκοπή Κύπρου στη Λευκωσία. Στη συνάντησή τους ο Μακαριώτατος και ο Dr. Tveit εξήραν τη σημασία του Διαλόγου και το ρόλο των θρησκευτικών ηγετών, ιδιαιτέρως εντός καταστάσεων κατοχής, διακρίσεων και συγκρούσεων. «Η Κύπρος είναι νησί στο σταυροδρόμι των πολιτισμών και θρησκειών», δήλωσε ο  Dr. Tveit μετά τη συνάντησή του με το Μακαριώτατο. «Η Κύπρος έχει μακροχρόνια εμπειρία ειρηνικής συνυπάρξεως μεταξύ λαών διαφόρων ομολογιών και θρησκειών», προσθέτοντας ότι «στην Κύπρο η σύγκρουση δεν είναι θρησκευτική, όμως η θρησκεία έχει γίνει μέρος του διαχωρισμού. Η σύγκρουση εμποδίζει το λαό της Κύπρου να επισκέπτεται και να λατρεύει τον Θεό στους ιερούς του χώρους. Μου δημιουργούν αισιοδοξία οι πρωτοβουλίες του Μακαριωτάτου να συναντήσει και να συνεργασθεί με τους θρησκευτικούς ηγέτες των Τουρκοκυπρίων. Αυτά είναι ενδείξεις ελπίδας για το μέλλον».
7. Μετά από τη συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο ο Dr. Tveit, ο Μητροπολίτης Σασίμων Γεννάδιος, ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας Βασίλειος και ο κ. Γεώργιος Λαιμόπουλος, επισκέφθηκαν τον Εξοχότατο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Δημήτριο Χριστόφια στο Προεδρικό Μέγαρο. Ο Μητροπολίτης Γεννάδιος μετέφερε τους θερμούς χαιρετισμούς της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, όπως επίσης και των Συνέδρων που βρίσκονται σ’ αυτή την αποστολική και πολύ φιλόξενη Νήσο, αλλά πολύπαθη κατά τη διάρκεια της ιστορίας της. Εξ άλλου, ο Dr. Tveit είχε την ευκαιρία να εξηγήσει στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας το ρόλο του Π.Σ.Ε. και των Εκκλησιών μελών του σε περιόδους συγκρούσεων και μετασυγκρουσιακών καταστάσεων. Εξέφρασε την ελπίδα του Π.Σ.Ε για τις συνομιλίες που διεξάγονται με σκοπό την επικράτηση της ειρήνης και της δικαιοσύνης στην Κύπρο. «Πιστεύουμε, είπε, ότι τα τείχη μπορούν να γκρεμιστούν, συμπεριλαμβανομένου και του διαχωριστικού τείχους που διχάζει την Κύπρο σήμερα. Υπάρχει, όμως, και ένα διαχωριστικό τείχος στις ψυχές μας που επίσης χρειάζεται να αντιμετωπιστεί».
8. Την  Κυριακή 6 Μαρτίου όλα τα μέλη συμμετείχαν στη Θεία Λειτουργία που τελέστηκε στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Γεωργίου Παραλιμνίου, της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας – Αμμοχώστου. Της θείας Λειτουργίας προέστη ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κωνσταντίας – Αμμοχώστου Βασίλειος και συλλειτούργησαν ο Επίσκοπος Μπρανιτσέβο κ. Ιγνάτιος της Σερβικής Εκκλησίας, ο Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος της Εκκλησίας της Ελλάδος και όλοι οι κληρικοί Σύνεδροι. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας ακολούθησε επίσκεψη στις κατεχόμενες από τους Τούρκους περιοχές. Τα μέλη της Συνδιασκέψεως επισκέφθηκαν την αρχαία πόλη της Αμμοχώστου, τη βασιλική του Αγίου Επιφανίου στην αρχαία Σαλαμίνα και την Ιερά Μονή του Αποστόλου Βαρνάβα, ιδρυτού και προστάτου της Εκκλησίας Κύπρου. Μετά τις κατεχόμενες περιοχές, επισκέφθηκαν τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Αρχιεπισκοπή στη Λευκωσία. Στη συνέχεια, ο Μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρος παρέθεσε δείπνο.
9. Τη Δευτέρα 7 Μαρτίου οι Σύνεδροι επισκέφθηκαν την Ιερά Μονή της Παναγίας του Κύκκου. Ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κύκκου και Ηγούμενος της Μονής, υποδέχθηκε με εγκαρδιότητα τους Συνέδρους στην Ιερά Μονή και τους ευχήθηκε επιτυχία στο έργο τους. Ο Μητροπολίτης Γεννάδιος, εκ μέρους των Συνέδρων, ευχαρίστησε τον Μητροπολίτη Κύκκου για τη γενναιόδωρη φιλοξενία που επιδεικνύει πάντοτε, σε κάθε ευκαιρία υποδοχής επισκεπτών είτε της Μονής είτε και της Εκκλησίας Κύπρου. Κατά την επίσκεψή τους στην Ιερά Μονή Κύκκου τα μέλη της Συνελεύσεως είχαν την ευκαιρία να προσευχηθούν στο αρχαίο Καθολικό, αφιερωμένο στην Υπεραγία Θεοτόκο και να προσκυνήσουν τη σεβάσμια και θαυματουργή εικόνα της. Επίσης επισκέφτηκαν και το σημαντικό  Βυζαντινό Μουσείο της Μονής. Μετά το γεύμα, προσφορά της Μονής, πραγματοποιήθηκε συνάντηση των Συνέδρων στην Αίθουσα συνδιαλέξεων της Μονής για την πρώτη ανάγνωση και συζήτηση του σχεδίου κειμένου της Συντακτικής Επιτροπής. Οι εργασίες επανελήφθησαν και ολοκληρώθηκαν την επομένη στον συνήθη χώρο των εργασιών.
10. Κατόπιν των είκοσι εισηγήσεων εκ μέρους των Συνέδρων, των εντατικών συζητήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών και της λεπτομερούς εξετάσεως του κειμένου της επιτροπής «Πίστεως και Τάξεως» για την εκκλησιολογία, η Συνδιάσκεψη μεταξύ άλλων τόνισε:
11. Ως μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών, ευελπιστούμε ότι η παρούσα απάντηση αποτελεί μία σημαντική αντιπροσωπευτική Ορθόδοξη απάντηση επί του κειμένου, «Η φύσις και η αποστολή της Εκκλησίας». Το παρόν κείμενο δεν αποσκοπεί να αποτελέσει μια περιεκτική Ορθόδοξη Εκκλησιολογία, αλλά μάλλον κατάθεση μερικών θέσεων που πηγάζουν από την εκκλησιαστική μας παράδοση, για να τεθούν στην διάθεση της Υποεπιτροπής αναθεωρήσεως του κειμένου περί της «φύσεως και της αποστολής της Εκκλησίας», διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή την περίοδο. Προσφέρεται στην Επιτροπή «Πίστεως και Τάξεως» ως συμβολή για τις περαιτέρω εργασίες της, και προωθείται με όλο το σεβασμό προς τις Ορθόδοξες Εκκλησίες μας για εξέταση, για περαιτέρω επεξεργασία και για τις δικές τους απαντήσεις.
12.  Όπως αναφέρεται στην αρχή, προσεγγίζουμε αυτό το κείμενο με πραγματικό σεβασμό ένεκα των σημαντικών προσπαθειών και της καλής θελήσεως για την παραγωγή του. Σε αυτό αναγνωρίζουμε πολλά στοιχεία που αντανακλούν την Ορθόδοξη διδασκαλία, και επίσης πολλές εκφράσεις που διατυπώνουν εκκλησιολογικές αρχές κατά τρόπο νωπό και πρωτότυπο. Έχουμε σοβαρές επιφυλάξεις όσον αφορά αποφασιστικής σημασίας ζητήματα μέσα στο κείμενο. Ωστόσο, το κείμενο είναι χρήσιμο, γιατί μας υπενθυμίζει την ανάγκη να διατυπώσουμε με νέο τρόπο και εντός των πλαισίων του σύγχρονου κόσμου τη διαχρονική «και άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει» (Ιούδα 1:3).

Back To Top