skip to Main Content

Κυριακή Θ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Μτθ. ιδ’ 22-34 (18-08-2019)

Αρχιμ. Αυγουστίνου Κκαρά

Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς Μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον, καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. Καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. Ὀψίας δὲ γενομένης, μόνος ἦν ἐκεῖ. Τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. Τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς, περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. Καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ Μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες· Ὅτι φάντασμά ἐστι· καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. Εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε· ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. Ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα. Ὁ δὲ εἶπεν· Ἐλθέ. Καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος, περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα, ἐλθεῖν πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν. Βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν, ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι, ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. Εὐθέως δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα, ἐπελάβετο αὐτοῦ, καὶ λέγει αὐτῷ· Ὀλιγόπιστε, εἰς τί ἐδίστασας; Καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον, ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος. Οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ, ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ Υἱὸς εἶ. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς υποχρέωσε τους μαθητές να μπουν στο καΐκι και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι όχθη, ωσότου αυτός διαλύσει τα πλήθη. Κι αφού διέλυσε τα πλήθη, ανέβηκε μόνος του στο βουνό να προσευχηθεί. Όταν βράδιασε ήταν μόνος του εκεί. Το καΐκι στο μεταξύ βρισκόταν κιόλας στη μέση της λίμνης και το παίδευαν τα κύματα, γιατί ήταν αντίθετος ο άνεμος. Κατά τα ξημερώματα, ήρθε ο Ιησούς κοντά τους περπατώντας πάνω στη λίμνη. Οι μαθητές, όταν τον είδαν να περπατάει πάνω στη λίμνη, τρόμαξαν• έλεγαν πως είναι φάντασμα κι έβαλαν τις φωνές από το φόβο τους. Αμέσως όμως ο Ιησούς τους μίλησε και τους είπε: «Έχετε θάρρος, εγώ είμαι, μη φοβάστε». Ο Πέτρος του αποκρίθηκε: «Κύριε, αν είσαι εσύ, δώσε μου εντολή να έρθω κοντά σου περπατώντας στα νερά». Κι εκείνος του είπε: «Έλα». Κατέβηκε τότε από το πλοίο ο Πέτρος κι άρχισε να περπατάει πάνω στα νερά για να πάει στον Ιησού. Βλέποντας όμως τον ισχυρό άνεμο φοβήθηκε, κι άρχισε να καταποντίζεται• έβαλε τότε τις φωνές: «Κύριε, σώσε με!». Αμέσως ο Ιησούς άπλωσε το χέρι, τον έπιασε και του λέει: «Ολιγόπιστε, γιατί σ΄ έπιασε η αμφιβολία;». Και μόλις ανέβηκαν στο καΐκι κόπασε ο άνεμος. Κι όσοι ήταν στο καΐκι ήρθαν και τον προσκύνησαν λέγοντας: «Αληθινά, είσαι ο Υιός του Θεού!». Αφού διασχίσανε τη λίμνη, ήρθαν στην περιοχή της Γεννησαρέτ.

Τα θαύματα του Κύριου

Το θαύμα το οποίο μας περιγράφει η σημερινή ευαγγελική περικοπή πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δυο ιχθύων μέσα στην έρημο, το οποίο ακούσαμε στην ευαγγελική περικοπή της προηγούμενης Κυριακής. Ασφαλώς τα θαύματα του Ιησού Χριστού ήταν πολλά και ποικίλα. Έκανε θαύματα πάνω σε ανθρώπους, με θεραπείες διαφόρων ασθενειών, εκδιώξεις πονηρών πνευμάτων και αναστάσεις νεκρών, έκανε θαύματα που αφορούσαν στο πρόσωπό του, όπως η Μεταμόρφωση, η Ανάσταση και η Ανάληψη. Τέλος έκανε και θαύματα πάνω στην άψυχη ύλη, όπως ο πολλαπλασιασμός των πέντε άρτων και των δυο ιχθύων, η θαυμαστή αλιεία κ.λ.π. Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα γαληνεύει τη φουρτουνιασμένη θάλασσα, κάνει να κοπάσει ο άνεμος, ειρηνεύει δηλαδή τα στοιχεία της φύσης και περπατά πάνω στα ύδατα για να συναντήσει και να ενισχύσει τους φοβισμένους μαθητές του.

Ο πολύς όχλος που ακολούθησε τον Ιησού Χριστό μέσα στην έρημο για να τον ακούσει, υπήρξε μάρτυρας του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δυο ιχθύων, με τα οποία όχι μόνο ικανοποίησαν την πείνα τους «άνδρες πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων», αλλά «και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις» (Ματθ. 14,20-21). Μετά το θαύμα αυτό ο Ιησούς Χριστός αναγκάζει τους μαθητές του να μπουν στο πλοίο και να αναχωρήσουν. Οι μαθητές φαίνεται ότι επιθυμούσαν να μείνουν με τον Διδάσκαλο. Ο Ιησούς Χριστός αντιλαμβάνεται ότι ανάμεσα στον όχλο επικρατεί ένας μεσσιανικός ενθουσιασμός, πίστεψαν δηλαδή ότι ήρθε η ώρα να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους και μετά από αυτό το θαύμα ήταν έτοιμοι να τον ανακηρύξουν βασιλιά τους. Ο Διδάσκαλος όμως γνωρίζει ότι ο ενθουσιασμός μπορεί να σημάνει την αποτυχία του έργου του, αφού και οι μαθητές του φαίνεται ότι άρχισαν να δίνουν μια τέτοια κοσμική διάσταση στο έργο και στην αποστολή του. Οι μαθητές μέσα στον ενθουσιασμό τους και στο παραλήρημα του όχλου θεώρησαν ότι είναι κατάλληλη η ώρα να προχωρήσουν στην ίδρυση της επίγειας βασιλείας του Μεσσία, όπως εκείνοι την αντιλαμβάνονταν. Ο Ιησούς Χριστός διαλύει αυτές τις σκέψεις και φιλοδοξίες τους και τους απομακρύνει από τον όχλο, ενώ ο ίδιος αναχωρεί στο όρος για να προσευχηθεί.

 Ο Ιησούς Χριστός περπατά πάνω στα ύδατα: η δύναμη της πίστης

Κατά τη διάρκεια της προσευχής Του στο όρος, το πλοίο με τους μαθητές βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο, λόγω της σφοδρής θαλασσοταραχής και ήταν «βασανιζόμενον υπό των κυμάτων». Τις πρωινές ώρες «ο Ιησούς περιπατών επί της θαλάσσης», εμφανίζεται και επιβάλλεται στα στοιχεία της φύσης. Η θέα του Ιησού Χριστού επαυξάνει το φόβο των μαθητών, οι οποίοι «εταράχθησαν λέγοντες ότι φάντασμά εστι, και από του φόβου έκραξαν». Το να περπατά κανείς πάνω στη θάλασσα δεν είναι φυσικό φαινόμενο γι΄ αυτό οι μαθητές φοβήθηκαν, είτε γιατί πίστεψαν ότι πλησιάζει ο θάνατός τους, είτε γιατί πίστεψαν ότι ο Διδάσκαλός τους πέθανε και αυτό που έβλεπαν ήταν το πνεύμα Του. Ο Ιησούς Χριστός καθησυχάζει τους μαθητές λέγοντάς τους «θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε». Η ενθαρρυντική αυτή και γνώριμη γι΄ αυτούς φωνή τους άλλαξε τη διάθεση και τους πρόσφερε την ασφάλεια της παρουσίας του Κυρίου.

Ο Πέτρος αναλαμβάνοντας, όπως άλλωστε πολύ συχνά το έπραττε, ρόλο πρωταγωνιστή, απευθύνεται στον Κύριο και του λέει: «Κύριε, ει συ ει, κέλευσόν με προς σε ελθείν επί τα ύδατα». Το αίτημά του υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα, αλλά το κίνητρό του είναι αγνό και αυθόρμητο και φανερώνει την απόλυτη εμπιστοσύνη του στον Ιησού Χριστό. Με το πρόσταγμα του Κυρίου «ελθέ», ο Πέτρος αρχίζει να περπατά πάνω στη θάλασσα, κλονίζεται όμως βλέποντας τα στοιχεία της φύσης, τον άνεμο να είναι ισχυρός και αντίθετος. Φοβήθηκε τον άνεμο, μήπως τον ανατρέψει, βαθύτερη όμως αιτία του φόβου του ήταν ο κλονισμός της πίστης του. Όταν η πίστη του και η εμπιστοσύνη του στον Ιησού Χριστό αδυνάτισε, τότε άρχισε να βυθίζεται και ζήτησε και πάλιν την παρέμβαση του Κυρίου: «Κύριε, σώσον με». Τότε ο Κύριος απλώνει το χέρι του και σώζει τον Πέτρο, επιπλήττοντας παράλληλα την ολιγοπιστία του: «ολιγόπιστε, εις τι εδίστασας;». Η παρέμβαση αυτή του Ιησού Χριστού φανερώνει ότι όχι ο ισχυρός άνεμος αλλά η ολιγοπιστία του Πέτρου έφερε την ανατροπή και τη βύθισή του. Δεν τον ονόμασε άπιστο, αλλά ολιγόπιστο, για να του υποδείξει ότι Εκείνος που τον δυνάμωνε στα κύματα, θα συνέχιζε να τον δυναμώνει και να τον κρατά σταθερό και εναντίον του ανέμου. Επομένως αν δεν αδυνάτιζε η πίστη του, θα μπορούσε πολύ εύκολα να αντισταθεί και στον άνεμο. Για το λόγο αυτό τον έπιασε ο Κύριος από το χέρι. Έτσι άφησε τον άνεμο να συνεχίζει να πνέει, για να δείξει, ότι ο άνεμος δεν επηρεάζει καθόλου, αν η πίστη παραμένει σταθερή.

Μετά το περιστατικό αυτό, αφού ανέβηκαν οι δυο τους στο πλοίο, τότε «εκόπασεν ο άνεμος», έτσι ο Πέτρος διαπίστωσε πέρα για πέρα ότι δεν σώθηκε από την γαλήνη και ηρεμία της θάλασσας, αλλά από τη σωστική παρέμβαση του Ιησού Χριστού. Τότε οι υπόλοιποι μαθητές: «ελθόντες προσεκύνησαν αυτώ λέγοντες· αληθώς Θεού υιός ει». Οι μαθητές παρά τις αμφιταλαντεύσεις και αμφιβολίες τους, όταν βλέπουν την επιβολή της δύναμης του Διδασκάλου τους πάνω στα στοιχεία της φύσης, τότε ομολογούν την ακράδαντη πίστη τους στη θεότητά Του. Με τον τρόπο αυτό ο Ιησούς Χριστός ανέβασε τους μαθητές του σε ένα υψηλότερο επίπεδο, ώστε να κατανοήσουν και να εμπεδώσουν τη μεσσιανικότητά του, η οποία βέβαια δεν περιορίζεται στα υλικά πράγματα όπως η ικανοποίηση της πείνας των «πεντακισχιλίων», αλλά προχωρά στην απόλυτη δύναμη και εξουσία του σε όλη την κτίση. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος και Εξουσιαστής των στοιχείων της φύσης, είναι Εκείνος που έχει τη δύναμη να εκδιώκει τα πονηρά πνεύματα από τη φύση. Η δημιουργία του κόσμου αποτελεί έργο του άσαρκου Λόγου του Θεού. Τώρα το έργο της σωτηρίας του κόσμου βρίσκεται στα χέρια του ένσαρκου Λόγου του Θεού και το σωτήριο αυτό έργο δεν αναφέρεται μόνο στον άνθρωπο αλλά σε ολόκληρη την κτιστή δημιουργία.

Το σκάφος της Εκκλησίας

Η εμφάνιση του Ιησού Χριστού στο μέσο της θαλασσοταραχής και της επικείμενης απώλειας των μαθητών Του αποτελεί μια Θεοφάνεια, μια Αποκάλυψη της θεϊκής Του δύναμης. Οι μαθητές μετά το θαυμαστό αυτό περιστατικό είναι πεπεισμένοι για τη μεσσιανική αποστολή του Διδασκάλου τους. Παράλληλα το γεγονός αυτό είναι μια εικόνα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία παρομοιάζεται με σκάφος, το οποίο πορεύεται μέσα στην ιστορία. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο κυβερνήτης του σκάφους αυτού, της Εκκλησίας δηλαδή και το θαύμα αυτό είναι μια ακόμη βεβαίωση ότι «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ.16,18). Οι μαθητές ως συνεχιστές του έργου του Χριστού και κατεπέκταση όλοι οι πιστοί οφείλουν απόλυτη πίστη και εμπιστοσύνη στον Αρχηγό της πίστεως, ο οποίος γνωρίζει να κατευθύνει πολύ καλά το σκάφος της Εκκλησίας.

Μια απλή μελέτη της μέχρι σήμερα ιστορίας της Εκκλησίας αρκεί για να διαπιστώσουμε πόσες τρικυμίες και πόσους αντίθετους ανέμους συνάντησε στην πορεία της. Όμως ποτέ δεν κινδύνεψε να καταποντιστεί. Ο κίνδυνος προκύπτει ακριβώς όταν αρχίσει να ελαττώνεται η πίστη και η εμπιστοσύνη στον Αρχηγό της. Το επεισόδιο με τον αυθόρμητο αλλά ταυτόχρονα και ολιγόπιστο Πέτρο είναι χαρακτηριστικό, όσο δηλαδή έβλεπε ο μαθητής με εμπιστοσύνη τον Ιησού Χριστό, μπορούσε να υπερβαίνει τις ανθρώπινες δυνατότητες και να βαδίζει πάνω στη θάλασσα. Όταν όμως ολιγοπίστησε και φοβήθηκε τον άνεμο, τότε άρχισε να βυθίζεται. Όσο δηλαδή λιγότερο συνειδητοποιεί και αισθάνεται κανείς την παρουσία του Κυρίου δίπλα του, ή ακόμα όσο αμφιβάλλει για τη δύναμή Του, τόσο περισσότερο εκτίθεται στο φόβο και στον κίνδυνο. Όπως η παρουσία του Ιησού Χριστού στο μέσο της φουρτουνιασμένης θάλασσας εξαφάνισε το φόβο των μαθητών, έτσι και η παρουσία του μέσα στον κόσμο αποβάλλει το φόβο των όποιων αντιξοοτήτων, ακόμα αποβάλλει και το φόβο του Θεού, ως τιμωρού και εκδικητή. Οι μαθητές στην ιδέα ότι «φάντασμα εστί», στη σκέψη ότι το πνεύμα του Διδασκάλου τους έρχεται προς αυτούς επαύξησαν το φόβο τους. Χρειάστηκε η ενθαρρυντική φράση του Ιησού Χριστού: «θαρσείτε, εγώ ειμί· μη φοβείσθε» για να αλλάξει η φοβισμένη διάθεση των μαθητών.

Επίλογος -Συμπεράσματα

Η πίστη και η εμπιστοσύνη στον Αρχηγό της πίστεως είναι το απαραίτητο εφόδιο για όσους βρίσκονται μέσα στο σκάφος της Εκκλησίας που πλέει μέσα στις τρικυμίες και φουρτούνες της ιστορίας. Όποιος αφήνει τον εαυτό του να επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες, από τα στοιχεία της φύσης, από τις θλίψεις, τις δυσκολίες και τις φοβερές περιστάσεις της ζωής μένει εκτεθειμένος και κινδυνεύει να καταποντιστεί. Ο Αρχηγός της πίστεως, ο νικητής των αντίθεων δυνάμεων, ο Υιός του Θεού είναι πάντοτε παρών, αναμένοντας την κραυγή «Κύριε, σώσον με» για να προχωρήσει στη σωστική του παρέμβαση. Ο Κύριος μάς υποσχέθηκε ότι μέσα στις ταραχές της ζωής μας, στους διωγμούς, στις θλίψεις, στους αντίθετους ανέμους και σε όλα τα εμπόδια Εκείνος θα βρίσκεται δίπλα μας, σύμφωνα με τη διαβεβαιώσή του προς τους μαθητές του και κατεπέκταση σε όλους μας: «Ιδού εγω μεθ΄ υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28,20).

Back To Top