skip to Main Content

Απόδοσις εορτής Κοιμήσεως, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λκ. ι΄ 38-42, ια΄ 27-28 (23-08-2020)

 
Πρωτότυπο Κείμενο
 
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις, ὀνόματι Μάρθα, ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία. Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς. ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα, ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου, εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε, καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. Αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
 
Νεοελληνική Απόδοση
 
Εκείνον τον καιρό, ο Ιησούς μπήκε σε κά­ποιο χωριό, και τον υποδέχτηκε σπίτι της κάποια γυναίκα που την έλε­γαν Μάρθα. Αυτή είχε μια αδελφή με το όνομα Μαρία, που κάθισε στα πόδια του Ιησού κι άκουγε τη διδασκαλία του. Αντίθεια, η Μάρ­θα δούλευε ασταμάτητα, για να τους περιποιηθεί. Πήγε λοιπόν στον Ιησού και είπε: «Κύριε, δε νοιάζεσαι που η αδελφή μου με άφησε μό­νη και σε περιποιούμαι; Πες της λοιπόν να με βοηθήσει». Κι ο Ιη­σούς της αποκρίθηκε: «Μάρθα, Μάρθα, ασχολείσαι κι αγωνιάς για τόσα πολλά πράγματα, ενώ ένα μόνο χρειάζεται. Αυτό διάλεξε κι η Μαρία, και κανείς δεν πρόκειται να της το αφαιρέσει». Ενώ έλεγε αυτά ο Ιησούς, κάποια γυναίκα από το πλήθος έβγαλε δυνατή φωνή και του είπε: «Χαρά στη μάνα που σε γέννησε και σε θήλασε!» Κι εκείνος είπε: «Πιο πολύ, χαρά σ’ εκείνους που ακούν το λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν!».
Back To Top