skip to Main Content

ΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΤΙΜΗΣΕ ΤΟΝ ΙΔΡΥΤΗ ΤΟΥ, ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΑΝΔΡΕΑ

Με ιδιαίτερη λαμπρότητα η Πρωτόθρονη Εκκλησία της Ορθοδοξίας τίμησε τη μνήμη του ιδρυτή της, Αγίου Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου. Το πρωί της Δευτέρας, ανήμερα της εορτής, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος προεξήρχε της θείας λειτουργίας, που τελέστηκε στον πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, και στην οποία συμμετείχαν οι Μητροπολίτες Γέρων Περγάμου Ιωάννης, Κωνσταντίας-Αμμοχώστου Βασίλειος, Καρπάθου και Κάσου Αμβρόσιος, Ίμβρου και Τενέδου Κύριλλος, Μιλήτου Απόστολος, Ντέμβερ Ησαΐας, Ατλάντας Αλέξιος, Ιεραπύτνης και Σητείας Ευγένιος, Δαρδανελλίων Νικήτας, Ντιτρόιτ Νικόλαος και Γρεβενών Δαβίδ. Τον θείο λόγο κήρυξε ο Μητροπολίτης Σουηδίας και πάσης Σκανδιναβίας Κλεόπας.

Στη θεία Λειτουργία παρέστη αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ρώμης υπό τον Καρδινάλιο Kurt Koch, Πρόεδρο του Ποντιφικού Συμβουλίου για την Χριστιανική Ενότητα.

Εκκλησιάσθηκαν οι Μητροπολίτες Γέρων Νικαίας Κωνσταντίνος, Γέρων Χαλκηδόνος Αθανάσιος, Γέρων Δέρκων Απόστολος, Πέργης Ευάγγελος, Τρανουπόλεως Γερμανός, Πριγκηποννήσων Ιάκωβος, Φιλαδελφείας Μελίτων, Σεβαστείας Δημήτριος, Μυριοφύτου και Περιστάσεως Ειρηναίος, Μύρων Χρυσόστομος, Σασίμων Γεννάδιος, Ικονίου Θεόληπτος,  Μπουένος Αϊρες Ταράσιος, Κισάμου και Σελίνου Αμφιλόχιος, Ισπανίας και Πορτογαλίας Πολύκαρπος, Καλλιουπόλεως και Μαδύτου Στέφανος, Προύσης Ελπιδοφόρος, Κυρηνείας Χρυσόστομος, Κυδωνιών Αθηναγόρας, Ιωαννίνων Μάξιμος, Αδριανουπόλεως Αμφιλόχιος, ο Αρχιεπίσκοπος Ανθηδώνος Νεκτάριος, Επίτροπος του Παναγίου Τάφου στην Πόλη, οι Επίσκοποι Λεύκης Ευμένιος, Αριανζού  Βαρθολομαίος και Αλικαρνασσού Αδριανός, οι Καρδινάλιοι Francis Xavier Kriengsak και Miloslav Vlk, ο Επίσκοπος των ΡΚαθολικῶν στην Πόλη Louis Pelâtre, καθώς και Κληρικοί από την Πόλη και το εξωτερικό.

Επίσης, εκκλησιάστηκαν οι κ. κ. Θεόδωρος Αγγελόπουλος, Άρχων Μ. Λογοθέτης της Αγίας του Χριστού Μ. Εκκλησίας, Γεώργιος  Καλαντζής, Άρχων Ρεφερενδάριος, και άλλοι Άρχοντες Οφφικιάλιοι,  ο εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβερνήσεως κ.Νικόλαος Φίλης ο οποίος ανέγνωσε το Σύμβολο της Πίστεως και το Πάτερ ημών, Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ο κ. Μάρκος Μπόλαρης, Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ο κ. Ιωάννης Αμανατίδης, Υφυπουργός Εξωτερικών, ο κ. Ανδρέας Μιχαηλίδης, Βουλευτής ΣΥ.ΡΙΖ.Α. νομού Χίου, εκ μέρους της Βουλής των Ελλήνων, ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στην Πόλης κ.Ευάγγελος Σέκερης, οι Πρόξενοι κ. Βίκτωρ Μαλιγκούδης και κ. Δανάη Βασιλάκη, η Πρόξενος της Ελλάδος στην Αδριανούπολη κ. Παρασκευή Χαριτίδου, καθηγητές και μαθητές των σχολείων της Ομογένειας, καθώς και πλήθος πιστών από την Πόλη και το εξωτερικό.

Μετά την απόλυση ο Οικουμενικός Πατριάρχης προσφώνησε την επίσημο Αντιπροσωπεία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, κάνοντας λόγο για Κοινή εορτή των δύο Εκκλησιών, παλιάς και Νέας Ρώμης. Τόνισε ότι συνεχίζεται καθημερινά η προσπάθεια για την επαναφορά των σχέσεων των δύο Εκκλησιών όπως ξεκίνησαν οι προκάτοχοί τόσο της Καθολικής όσο και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με λόγους αληθινούς και αγάπης.

 

Η ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχη

Σεβασμιώτατε Καρδινάλιε κύριε Kurt Koch, μετὰ τῆς ἐντίμου Συνοδείας ὑμῶν τῆς ἀποτελούσης τὴν ἐπίσημον Ἀντιπροσωπείαν τῆς ἀδελφῆς Ἐκκλησίας τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης,

Σεβασμιώτατε Καρδινάλιε κύριε Reinhard Marx, Ἀρχιεπίσκοπε Μονάχου καί Freising, Πρόεδρε τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων τῆς Γερμανίας,

Ἐν ἀγάπῃ βαθείᾳ καὶ ἐξιδιασμένῃ τιμῇ χαιρετίζομεν τὴν ἐνταῦθα παρουσίαν ὑμῶν, κομιστῶν τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης καὶ τῶν συγχαρητηρίων εὐχῶν τῆς Αὐτοῦ Ἁγιότητος τοῦ Πάπα Φραγκίσκου, πεφιλημένου ἡμῖν ἀδελφοῦ, πρὸς τὸν ὁποῖον ἐκφράζομεν τὰς θερμὰς εὐχαριστίας ἡμῶν προσωπικῶς καὶ τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως διὰ τὴν ἐν τῷ προσώπῳ ὑμῶν φιλόφρονα συμμετοχὴν τῆς Ἐκκλησίας αὐτοῦ καὶ κατὰ τὸν ἐφετεινὸν ἑορτασμὸν τῆς Θρονικῆς ἡμῶν Ἑορτῆς. Μετ᾿ ἰδιαιτέρας χαρᾶς καὶ εὐγνωμοσύνης ἀναμιμνησκόμεθα τῆς κατὰ τὴν εὔσημον ταύτην ἡμέραν τοῦ παρελθόντος ἔτους προσωπικῆς παρουσίας τῆς Αὐτοῦ Ἁγιότητος ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν, διὰ τὴν ὁποίαν καὶ αὖθις ἐκφράζομεν τὰς θερμὰς ἡμῶν εὐχαριστίας, ἐκτιμῶντες αὐτὴν ὡς ἐκδήλωσιν τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία, κατὰ τὸν Ἀπόστολον, «συνέχει ἡμᾶς» (Β΄ Κορ. 5, 14), καὶ ὡς συμπαράστασιν καὶ στήριξιν τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν ἐν τῷ ἀγῶνι τῆς μαρτυρίας τοῦ Εὐαγγελίου εἰς τὸν σύγχρονον κόσμον.

Ἡ σημερινὴ θρονικὴ ἑορτὴ τῆς ἡμετέρας Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἐν πολλοῖς ἑορτὴν κοινὴν τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, Παλαιᾶς καὶ Νέας Ρώμης. Καὶ τοῦτο διότι οἱ ἱδρυταὶ αὐτῶν, Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἀνδρέας ὑπῆρξαν κατὰ σάρκα αὐτάδελφοι, ἀλλὰ καί, κατὰ τὴν διήγησιν τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, τὴν ὁποίαν ἠκούσαμεν ἀναγινωσκομένην κατὰ τὴν σημερινὴν Θείαν Λειτουργίαν, ἀπὸ κοινοῦ συνήντησαν τὸν Κύριον καὶ ἀνεγνώρισαν Αὐτὸν ὡς τὸν Μεσσίαν καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ἔκτοτε ἐπὶ μίαν περίπου χιλιετίαν αἱ δύο Ἐκκλησίαι, τὰς ὁποίας οὗτοι ἵδρυσαν διὰ τοῦ κηρύγματος καὶ τοῦ μαρτυρίου των, συνεπορεύθησαν ἐν τῇ αὐτῇ πίστει, ἡνωμέναι ἐν τῷ κοινῷ Ποτηρίῳ τῆς ζωῆς, ἔχουσαι κοινοὺς Πατέρας καὶ διδασκάλους, τιμῶσαι τοὺς αὐτοὺς ἁγίους καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον. Τὴν πλήρη ταύτην κοινωνίαν καὶ ἕνωσιν ἐπιδιώκουν ἤδη αἱ δύο αὗται Ἐκκλησίαι νὰ ἐπανεύρουν ὑπερβαίνουσαι καὶ θεραπεύουσαι τὰς ἐπενεχθείσας κατὰ τὴν δευτέραν χιλιετίαν εἰς τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας πληγὰς διὰ τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀληθείας, ὁ ὁποῖος ἤρξατο τῇ ἱστορικῇ πρωτοβουλίᾳ ἀοιδίμων ἡγετῶν ἀμφοτέρων τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ συνεχίζεται, θείᾳ χάριτι, μέχρι σήμερον.

Ἐκ τῶν διαλόγων τούτων, ὁ διάλογος τῆς ἀγάπης ἤρξατο διὰ μιᾶς ἐξόχως συμβολικῆς Πράξεως ἀμφοτέρων τῶν Ἐκκλησιῶν, τῆς ἐν ἔτει 1965 ἄρσεως τῶν ἑκατέρωθεν ἀναθεμάτων, διὰ τῶν ὁποίων, κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, αἱ Ἐκκλησίαι Ρώμης καὶ Κωνσταντινουπόλεως ἀπεσχίσθησαν ἀλλήλων κατὰ τὸ Σχῖσμα τοῦ 1054 μ.Χ., τὴν ἀπαρχὴν ταύτην τῶν θλιβερῶν γεγονότων, τὰ ὁποῖα ἐπηκολούθησαν εἰς τὰς σχέσεις τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως ἐπὶ χίλια περίπου ἔτη. Τῆς ἱστορικῆς ταύτης Πράξεως τῆς ἄρσεως τῶν ἀναθεμάτων ἑορτάζομεν ἐφέτος τὴν πεντηκοστὴν ἐπέτειον δοξάζοντες τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης, διότι ἀπήλειψεν ἀπὸ τῶν καρδιῶν ἡμῶν πᾶν ἴχνος μνησικακίας δι᾿ ὅσα κατὰ τὴν δευτέραν χιλιετίαν διετάραξαν τὰς ἀδελφικὰς σχέσεις τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν, καὶ διὰ τῆς «καθάρσεως τῆς μνήμης» κατέστησεν αὐτὰς καὶ πάλιν «ἀδελφὰς Ἐκκλησίας» ἀποζητούσας διὰ τοῦ διαλόγου τῆς ἀληθείας τὴν πλήρη ἀποκατάστασιν τῆς ἑνότητος αὐτῶν ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῆς Εὐχαριστιακῆς Τραπέζης. Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον διὰ τὴν ἀποκατασταθεῖσαν ἀγάπην, ἥτις εἴθε νὰ παραμείνῃ ἀρραγὴς εἰς τοὺς αἰῶνας!

Τοὺς ἀγλαοὺς καρποὺς τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης δρέπομεν καὶ ἀπολαμβάνομεν ἐν τῷ καθ᾿ ἡμέραν βίῳ τῶν πιστῶν ἡμῶν, ἰδίᾳ ἐν τῇ Διασπορᾷ καὶ εἰς τὰς χώρας, αἱ ὁποῖαι παραδοσιακῶς ἀνῆκον πάντοτε εἰς τὴν δικαιοδοσίαν τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης, ἔνθα ἡ ἁρμονικὴ καὶ δημιουργικὴ συνύπαρξις καὶ συνεργασία Ρωμαιοκαθολικῶν καὶ Ὀρθοδόξων εἶναι ἰδιαιτέρως ἰσχυρά. Τοιοῦτος χῶρος ἀγαστῆς καὶ ἀδελφικῆς συνεργασίας τοῦ κλήρου καὶ τῶν πιστῶν τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ἡμῶν εἶναι καὶ ἡ Γερμανία, διό καὶ δραττόμεθα τῆς εὐκαιρίας τῆς ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν παρουσίας τῆς ὑμετέρας Σεβασμιότητος, Καρδινάλιε κ. Reinhard Marx, Ἀρχιεπίσκοπε τοῦ Μονάχου καὶ τοῦ Freising καὶ Πρόεδρε τῆς Συνόδου τῶν Καθολικῶν Ἐπισκόπων τῆς Γερμανίας, ὅπως ἐκφράσωμεν πρὸς ὑμᾶς προσωπικῶς καὶ τὴν ἧς ἡγεῖσθε τοπικὴν Ἐκκλησίαν τὰς θερμὰς εὐχαριστίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ τῆς ἡμετέρας Μετριότητος διὰ τὴν πολλαπλῆν καὶ πολύτιμον βοήθειαν, τὴν ὁποίαν προσφέρετε πρὸς τὸν ἀγαπητὸν ἀδελφόν Μητροπολίτην Γερμανίας κ. Αὐγουστῖνον καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους κληρικοὺς καὶ πιστοὺς αὐτοῦ, εἰς τὴν ἀπρόσκοπτον ἐπιτέλεσιν τοῦ ἔργου καὶ τῆς ἀποστολῆς αὐτῶν ἐν ἀγαστῇ συνεργασίᾳ μετὰ τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἀδελφῶν των. Εἴθε ἡ ἁρμονικὴ αὕτη συνύπαρξις καὶ συνεργασία νὰ ἑδραιῶται καὶ ἀναπτύσσηται διαρκῶς καὶ περισσότερον πρὸς προαγωγὴν τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ προβολὴν τοῦ μηνύματος τοῦ Εὐαγγελίου εἰς τὸν σύγχρονον κόσμον.

Μετὰ πολλῆς προσοχῆς καὶ ἀνυστάκτου προσευχῆς παρακολουθοῦμεν ὡσαύτως ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ τούτου Κέντρου καὶ τὴν πορείαν τοῦ “διαλόγου τῆς ἀληθείας”, τοῦ ἑτέρου τούτου πυλῶνος τῶν διμερῶν σχέσεων τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν, ὅστις ἀπὸ τοῦ ἔτους 1980 καὶ ἑξῆς συνοδεύει σταθερῶς τὸν διάλογον τῆς ἀγάπης. Γνωρίζομεν καὶ ἀναγνωρίζομεν τὰς δυσκολίας, τὰς ὁποίας ὁ διάλογος οὗτος διέρχεται, ἰδίᾳ κατὰ τὴν παροῦσαν φάσιν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐξετάζονται ἀκανθώδη ζητήματα, ὡς ἐκεῖνο τοῦ Πρωτείου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἀναθαρροῦμεν ὅμως διαπιστοῦντες ὅτι ἐτέθησαν ἤδη ἰσχυραὶ καὶ ὀρθαὶ βάσεις ἀντιμετωπίσεως τοῦ θέματος ἐν τῷ ἐξαιρέτῳ κοινῷ Κειμένῳ τῆς Ραβέννης, τὸ ὁποῖον θέτει τὸ πλαίσιον καὶ τὰς προϋποθέσεις ἀσκήσεως τοῦ Πρωτείου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, τὸ ὁποῖον εἶναι πρωτεῖον διακονίας, ἐρριζωμένον εἰς αὐτὴν ταύτην τὴν φύσιν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄκρως ἀναγκαῖον διὰ τὴν ἐπιτέλεσιν τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς ἐν τῷ κόσμῳ. Ἐκτιμῶμεν βαθύτατα τοὺς κόπους, τοὺς ὁποίους καταβάλλει ἡ ὑμετέρα Σεβασμιότης, Καρδινάλιε κ. Kurt Koch, μετὰ τοῦ Ὀρθοδόξου συμπροέδρου τῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Διαλόγου Ἱερωτάτου Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου καὶ εὐχόμεθα ὅπως συνεχίσῃ ὁ Διάλογος οὗτος τὸ ἔργον αὐτοῦ, ἐνισχυόμενος ὑπὸ τῶν πλέον ἱκανῶν θεολογικῶν δυνάμεων καὶ μακρὰν οἱασδήποτε μορφῆς σκοπιμοτήτων πέραν τὴς μαρτυρίας τῆς ἀληθείας ἐν ἀγάπῃ.

Ἡ πορεία αὕτη πρὸς ἀποκατάστασιν τῆς πλήρους ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν πραγματοποιεῖται ἐν τῷ μέσῳ ἑνὸς κόσμου σπαρασσομένου ὑπὸ μίσους καὶ ποικίλων ταραχῶν. Καθ᾿ ἡμέραν γινόμεθα μάρτυρες συγκρούσεων καὶ ἐπιθέσεων πολλάκις κατὰ ἀθώων ἀνθρώπων, μάλιστα δὲ καὶ ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ. Τῆς καταστάσεως ταύτης θύματα εἶναι καὶ οἱ χριστιανοὶ εἰς τοὺς τόπους, ἔνθα ἐνεφανίσθη καὶ ἡδραιώθη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὑποχρεούμενοι ἄλλοτε νὰ ἐγκαταλείψουν τὰς προγονικὰς ἑστίας των καὶ ἄλλοτε νὰ ὑποστοῦν μαρτύρια καὶ αὐτὸν τὸν θάνατον. Τὸ ἀνθρώπινον πρόσωπον καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ ἀνθρωπίνη ζωὴ τείνουν νὰ ἀπολέσουν τὴν ἀξίαν των καὶ ὁ κόσμος βυθίζεται εἰς πρωτόγνωρον σκότος. Ἡ καρδία ἡμῶν σπαράσσεται ἀπὸ πόνον καὶ ὀδύνην, καὶ ἡ προσευχὴ ἡμῶν πρὸς τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης ἐντείνεται ἐκζητοῦσα τὴν παρέμβασιν Αὐτοῦ. Συγχρόνως, καθίσταται πλέον ἐπιτακτικὸν τὸ χρέος ἡμῶν ὅπως ἐντείνωμεν τὰς προσπαθείας διὰ νὰ γίνωμεν οἱ εἰς Χριστὸν πιστεύοντες μάρτυρες τοῦ Εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης “ἐν μέσῳ γενεᾶς σκολιᾶς καὶ διεστραμμένης” (Φιλ. 2, 15) παρέχοντες ἡμεῖς πρῶτοι τὸ ὑπόδειγμα τῆς καταλλαγῆς καὶ τῆς ἀγάπης. Οὐδέποτε, ἴσως, ἄλλοτε ἡ ἀποκατάστασις τῆς ἑνότητος τῶν χριστιανῶν ἦτο τόσον ἐπιτακτικὴ καὶ ἐπιβεβλημένη ὅσον σήμερον.

Εἴθε ὁ Κύριος, διὰ πρεσβειῶν τοῦ σήμερον ἑορταζομένου Ἀποστόλου Του Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου καὶ τοῦ αὐταδέλφου αὐτοῦ Ἀποστόλου Ἁγίου Πέτρου, ἐπὶ τοῦ κηρύγματος καὶ τοῦ μαρτυρίου τῶν ὁποίων ἐθεμελιώθησαν αἱ Ἐκκλησίαι ἡμῶν, νὰ αὐξήσῃ τὴν συνδέουσαν ἡμᾶς ἀγάπην ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης ἐπ᾿ ἀγαθῷ τοῦ δεινῶς δοκιμαζομένου σήμερον ἀνθρώπου καὶ πρὸς δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ ἡμῶν.

Μετὰ τῶν σκέψεων καὶ αἰσθημάτων τούτων ὑποδεχόμεθα ὑμᾶς ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν κατὰ τὴν εὔσημον ἡμέραν ταύτην, εὐχαριστοῦντες καὶ αὖθις ἀπὸ καρδίας ὑμᾶς τε καὶ τὸν ἀποστείλαντα ὑμᾶς Ἁγιώτατον ἀδελφὸν Ἐπίσκοπον Ρώμης σὺν πάσῃ τῇ Ἐκκλησίᾳ αὐτοῦ.

 “Ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ᾿ ἡμῶν” (πρβλ. Β΄ Κορ. 13, 11). Ἀμήν! 

Ακολούθως ο Καρδινάλιος Kurt Koch,  ανέγνωσε συγχαρητήριο μήνυα του Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου.

Ο εσπερινός της εορτής

Την παραμονή της εορτής ο Οικουμενικός Πατριάρχης χοροστάτησε στον πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου κατά τον εσπερινό της εορτής ενώ παρέστησαν συμπροσευχόμενοι Αρχιερείς από την Πόλη και το εξωτερικό.  Εκκλησιάσθηκαν ο Καρδινάλιος Reinhard Marx, Αρχιεπίσκοπος Μονάχου και Freising, καθώς και όμιλος ΡΚαθολικῶν αλλά και προσκυνητές – Επίσκοποι και κληρικοί – από άλλα δόγματα, φίλοι της Κινήσεως των Φοκολάρι. Επίσης κληρικοί από το εξωτερικό, Άρχοντες οφικιάλιοι, ο υπουργός Παιδείας της Ελλάδος Νικόλαος Φίλης, ο υφυπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Αμανατίδης και ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στην Πόλη, Ευάγγελος Σέκερης.

Φωτογραφίες και ρεπορτάζ από τις ιστοσελίδες Φως Φαναρίου, Εκκλησιαστικό Πρακτορείο Amen, Orthodoxia.info

Back To Top